Του Χρίστου Αλεξόπουλου*
Η ανίχνευση του συναισθήματος και της λογικής στην πολιτική εξαρτάται από την οπτική προσέγγισης και ανάλυσης της ανά τομέα.
Για παράδειγμα στον τομέα της επικοινωνιακής διαχείρισης της πολιτικής και διαμόρφωσης πολιτικής στάσης στους πολίτες αξιοποιείται κυρίως το συναίσθημα. Στον τομέα όμως του πολιτικού σχεδιασμού βασικό εργαλείο είναι η λογική, όταν ο πολιτικός λόγος δεν εξαντλείται σε ιδεολογήματα και κοινοποίηση «καλών προθέσεων».
Το συναίσθημα είναι η υποκειμενική εμπειρία, στο πλαίσιο της οποίας βιώνεται η πραγματικότητα ως συνδυασμός νοητικών καταστάσεων, ψυχοσωματικών εκφράσεων και βιολογικών αντιδράσεων του σώματος (π.χ. επιθυμία, ενθουσιασμός, ικανοποίηση, αισιοδοξία, οργή, απογοήτευση, φόβος, ανησυχία κ.λ.π.).
Ως σκεπτόμενοι άνθρωποι πιστεύουμε, ότι υπάρχει μια πραγματικότητα, στην οποία όμως δεν έχουμε εντελώς αντικειμενική πρόσβαση. Με εργαλείο την λογική σκέψη προσεγγίζουμε τον κόσμο και το αποτέλεσμα αυτής της διεργασίας διαμορφώνει το περιεχόμενο της πραγματικότητας και αποτυπώνει τους κανόνες λειτουργίας της.
Βέβαια τόσο το συναίσθημα όσο και η λογική στην πολιτική διαπλέκονται στο βαθμό, που αυτό εξυπηρετεί σκοπιμότητες. Η διαχείριση αυτής της διαπλοκής γίνεται όχι μόνο από το πολιτικό σύστημα αλλά και από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης στο πλαίσιο της προώθησης συστημικών στοχεύσεων για την αναπαραγωγή λειτουργικών για αυτό πολιτικών συνθηκών.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η καλλιέργεια ανασφάλειας και φόβου στους πολίτες με επιδίωξη την διαμόρφωση πολιτικών στάσεων. Η λογική διάσταση σε αυτή την πρακτική παραμένει στο «παρασκήνιο». Γι’ αυτό δεν αναλύονται τα γενεσιουργά αίτια των συνθηκών ανασφάλειας και φόβου, τα οποία σχετίζονται άμεσα με την κυρίαρχη κοινωνική κατάσταση.
Για παράδειγμα η αύξηση των διαφόρων εκδοχών της εγκληματικότητας (κυρίως ληστείες και κλοπές) δεν προσεγγίζονται με αντικειμενική ανάλυση των κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών αιτιών, που τα προκαλούν, ώστε να κατανοηθεί από τους πολίτες και να διαμορφώσουν άποψη και στάση με βάση την λογική. Η στόχευση είναι να καλλιεργηθεί ο φόβος και η ανασφάλεια, τα οποία θα οδηγήσουν στην επιδιωκόμενη πολιτική στάση.
Όταν η πολιτική δεν βασίζεται στην αποτελεσματικότητα και στον ρεαλισμό στο επίπεδο της εφαρμογής των επιλογών και αποφάσεων του κυβερνητικού της σκέλους, τότε το συναίσθημα αξιοποιείται και για την εξιδανίκευση του μέλλοντος ως προς την προοπτική, που ανοίγουν οι εξαγγελλόμενες πολιτικές προθέσεις.
Με αυτό τον τρόπο όμως ενεργοποιείται η παρορμητική πολιτική στάση στους πολίτες, ενώ η συναισθηματική αντίδραση δεν «περνάει» μέσα από διαδικασίες συνειδητοποίησης των πραγματικών δεδομένων. Το αποτέλεσμα βέβαια είναι η διαμόρφωση απόψεων, οι οποίες δεν στηρίζονται στην προσέγγιση και ανάλυση της πραγματικότητας με την ενεργοποίηση της αντιληπτικής ικανότητας του ατόμου και της λογικής, αλλά σε μια πλασματική εικόνα της.
Έτσι η πολιτική επικοινωνία αποκτά χαρακτηριστικά διαφήμισης, όπως γίνεται στο πλαίσιο της κοινωνίας του θεάματος. Διευκολύνεται η χειραγώγηση των πολιτών και η ευδοκίμηση της πολιτικής ηθικολογίας, δηλαδή η επιφανειακή, υποκριτική και ρηχή προσέγγιση του πολιτικού γίγνεσθαι και ταυτοχρόνως ο «διάλογος» για την ηθική διάσταση της πολιτικής παρουσίας και δραστηριοποίησης των «άλλων» ή με άλλα λόγια των πολιτικών αντιπάλων, ενώ διαμορφώνεται πολωτικό πολιτικό κλίμα.
Παράλληλα δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την συρρίκνωση και της κοινωνικής συνοχής.
Αυτές οι διαπιστώσεις δεν σημαίνουν, ότι τα συναισθήματα έχουν αρνητικές επιπτώσεις στον άνθρωπο. Το θέμα είναι να ισορροπούν θετικά με την λογική προσέγγιση της πραγματικότητας και τις ουσιαστικές ανάγκες της ανθρώπινης οντότητας και της κοινωνίας. Τότε συμβάλλουν στην γρήγορη λήψη ρεαλιστικών και λειτουργικών αποφάσεων.
Το συναίσθημα μπορεί να βιώνεται κυρίως ατομικά, είναι όμως εφικτή η πρόσδωση κοινωνικών διαστάσεων στην αξιοποίηση του στην συλλογική και πολιτική δραστηριοποίηση με την ενεργοποίηση της ενσυναίσθησης, ώστε ο μεμονωμένος πολίτης να «μπαίνει» στη θέση του συμπολίτη του, την ψυχική του κατάσταση και να συναισθάνεται και να κατανοεί την συμπεριφορά και τα κίνητρα του.
Γενικεύοντας η λογική της ενσυναίσθησης συμβάλλει στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, ενώ δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την συνειδητοποίηση της ατομικής και συλλογικής ευθύνης για όσα συμβαίνουν σε πλανητικό επίπεδο και επιδρούν στη ζωή όλων, ανεξάρτητα από την εθνικότητα τους και την γεωγραφική ή γεωπολιτικής σημασίας θέση της πατρίδας τους στις διάφορες ηπείρους της γης.
Με αυτό τον τρόπο θα δρομολογηθούν λειτουργικές συνθήκες σε σχέση με την συνεργασία και την βιωσιμότητα των κοινωνιών, διότι η παγκόσμια κοινότητα έχει ήδη εισέλθει στην εποχή της αλληλεξάρτησης σε όλους τους τομείς δραστηριοποίησης, αλλά και βίωσης των επιπτώσεων της.
Σε αυτό το πλαίσιο έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον η πρόσφατη έκθεση του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού για το κλίμα το 2018, στην οποία καταγράφονται οι επικίνδυνες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, που πλήττουν τον πλανήτη συνολικά.
Επιλεκτικά αξίζει να αναφερθούν ορισμένες από αυτές. Από το 1998 περίπου 4,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν πληγεί από ακραίες καιρικές συνθήκες. Πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι οι καταστροφικές πλημμύρες και απώλειες ζωών, που προκάλεσε ο τροπικός κυκλώνας Ιντάϊ στη Μοζαμβίκη, στη Ζιμπάμπουε και στο Μαλάουι.
Επίσης η έκταση του πάγου στην Αρκτική και στην Ανταρκτική είναι αρκετά κάτω από τον μέσο όρο, ενώ οι επιπτώσεις στον γεωργικό τομέα λόγω των ακραίων κλιματικών συνθηκών λειτουργούν ανασταλτικά σε σχέση με την αντιμετώπιση του υποσιτισμού σε πλανητικό επίπεδο. Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων στην παγκόσμια έκθεση για επισιτιστικές κρίσεις καταγράφεται διεύρυνση της πείνας μετά από μία παρατεταμένη περίοδο μείωσης. Το 2018 ζούσαν σε συνθήκες πείνας 113 εκατομμύρια άνθρωποι σε 53 χώρες.
Οι συνθήκες, που διαμορφώνονται σε πλανητικό επίπεδο, επιβάλλουν την αποκατάσταση μιας διαφορετικής πολιτικής λειτουργίας τόσο του πολιτικού συστήματος όσο και των πολιτών, η οποία βασίζεται σε μια ισορροπημένη και θετική αξιοποίηση της λογικής και του συναισθήματος για την βιωσιμότητα του ανθρώπου και του φυσικού περιβάλλοντος.
Η προσέγγιση και ανάλυση της πραγματικότητας από τους πολίτες με στόχο την διαμόρφωση γνώμης και πολιτικής στάσης, η οποία υπηρετεί την ανθρώπινη οντότητα, δεν μπορεί παρά να στηρίζεται στην λογική και στην αντικειμενική γνώση των δεδομένων του παγκόσμιου γίγνεσθαι, ώστε να λαμβάνουν υπόψη τους την διάσταση της αλληλεπίδρασης και αλληλεξάρτησης των κοινωνιών.
Με αυτό τον τρόπο διασφαλίζεται σε μεγάλο βαθμό η έκφραση του κοινωνικού συμφέροντος και στο πολιτικό επίπεδο, διότι η πολιτική λειτουργία διαπερνάται από ρεαλισμό και πολυδιάστατη γνώση των πλανητικών δεδομένων, ενώ παράλληλα αποδυναμώνεται ο εθνικιστικός λαϊκισμός.
Το συναίσθημα έχει θετική συμβολή, όταν οριοθετείται από την λογική της ενσυναίσθησης και δεν αξιοποιείται επικοινωνιακά για την αποκόμιση πολιτικού (εκλογικού) οφέλους από τα κόμματα. Είναι πολύ πιο χρήσιμο, όταν λειτουργεί ως εργαλείο για την οικοδόμηση της κοινωνικής συνοχής.
Κατά την διάρκεια της ιστορικής διαδρομής του ανθρώπου έχει διαμορφωθεί μια πολύπλοκη πραγματικότητα, η οποία είναι δύσκολα διαχειρίσιμη και απαιτεί λειτουργική και συνδυαστική αξιοποίηση της λογικής και του συναισθήματος στην πολιτική.
*Ερευνητής- Κοινωνιολόγος
** Αναδημοσίευση από metarithmisi.liberal.gr