Tου Ηλία Καραβόλια
Στην χώρα των μνημονίων λιτότητας τα μνημόνια συνεργασίας (MOUs) και τα σύμφωνα εμπιστευτικότητας (NDAs) μεταξύ Ελλήνων συμβούλων/επιχειρηματιών/μεσιτών και ξένων επενδυτών/μεσαζόντων, δίνουν και παίρνουν.
Από την εποχή της κρίσης με τα περίφημα distressed funds που κυνηγούσαν υπερχρεωμένες επιχειρήσεις, μέχρι σήμερα που κάθε ιδέα συνεχίζει να μοιάζει μοναδική (πχ. ’’ακίνητα φιλέτα’’, ’’καινοτομίες’’, κ.α), το συμβατικό πλαίσιο μεταξύ επιθυμίας-χρήματος παρουσιάζει κενά.
Οι σκληροί δίσκοι των Ελλήνων συμβούλων είναι γεμάτοι σύμφωνα, ρήτρες, αποκλειστικότητες και τα χρονοδιαγράμματα οδηγούν πολλές φορές σε αδιέξοδο.Εξετάζουμε συνοπτικά υπο το πρίσμα της οικονομικής φιλοσοφίας των συμβάσεων ποιες είναι εκείνες οι παράμετροι που αναδεικνύουν τα φορτία ρεαλισμού που διέπουν κάθε project.
Δεν είναι λίγες οι φορές που οι ’’καλυμμένοι’’ όροι σε ένα MOU ή ένα NDA, αποτελούν σημεία τριβής μεταξύ των συμβαλλόμενων πλευρών και ερμηνεύονται κατα το δοκούν. Οι σημαντικότερες-όχι όλες- περιπτώσεις αυτές τέτοιων συμφώνων/μνημονίων είναι κυρίως
α) όσα δεν περιγράφουν ξεκάθαρα το πλαίσιο και τους ρεαλιστικούς όρους της χρηματοδοτικής μηχανικής του έργου (project financing)
β)όσα δεν ξεκαθαρίζουν τις μελλοντικές δικαιωματικές ευκαιρίες(option opportunities) στα υφιστάμενα μετοχικά σχήματα
γ) όσα δεν περιλαμβάνουν με ξεκάθαρο τρόπο την λειτουργικότητα των συμφωνηθέντων σε κοινώς αποδεκτή χρονική επέκταση
Οι δυο πλευρές ενός συμφωνητικού εμπιστευτικότητας ή ενός ειδικού μνημονίου συνεργασίας, συνήθως ενθουσιάζονται με την ύπαρξη μιας γενικής συμφωνίας και μετατρέπουν τα προφορικά κοινά σημεία σε γραπτό κοινό τόπο καλύπτοντας την ψυχολογική ανάγκη διασφάλισης των συμφωνηθέντων.
Η πραγματικότητα συχνά δείχνει ότι οι προφορικές συμφωνίες περιέχουν υψηλό βαθμό ενθουσιασμού, ανταλλαγή γενικόλογης αισιοδοξίας και κωδικοποιημένα συναισθήματα συνεργασίας. Αυτά αποτυπώνονται σε ένα draft χωρίς να εξαναγκάζουν τα δυο μέρη να εξειδικεύουν τις προθέσεις τους.
Και εδώ εισφέρει πολλά η συμπεριφορική θεωρία παιγνίων και η οικονομική ψυχολογία: τα συμβαλλόμενα μέρη θέλουν ταυτόχρονα να δείξουν την γενική καλή τους πρόθεση αλλά ταυτόχρονα αποφεύγουν να αναλύουν τις δυνατότητες τους πριν τις παρουσιάσει το άλλο μέρος. Οι προσδοκίες υπερτερούν του ρεαλισμού σε ένα γενικό συμφωνητικό συνεργασίας,ειδικά αν το ένα συμβαλλόμενο μέρος εισφέρει ιδέα/έργο και το άλλο πρόκειται να εισφέρει κεφάλαια.
Οι θεσμικοί επενδυτές, για τους παραπάνω λόγους, αποφεύγουν να προχωρούν σε προσύμφωνα ή μνημόνια συνεργασίας και εδώ είναι που πρέπει να αναφέρουμε ότι άλλο πράγμα οι συμφωνίες μεταξύ ’’επενδυτών’’ και άλλες αυτές μεταξύ ’’οιονεί επενδυτών’’ ή μεταμφιεσμένων μεσαζόντων που παίρνουν θέση, με μετοχικά ποσοστά,σε ένα project και συμπεριφέρονται ως επενδυτές.
Ο τελευταίος αυτός διαχωρισμός είναι ίσως το πιο κρίσιμο στοιχείο, στην σημερινή εποχή της υπερδικτύωσης, για τον βαθμό αποτελεσματικότητας διαπραγματεύσεων και συμφωνιών. Σε κάθε άλλη περίπτωση, απλά γεμίζουν τα files και τα documents στους σκληρούς δίσκους....