Του Joan Henley*
Στις πρόσφατες εθνικές εκλογές σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες μια ήταν η τάση που αναδείχθηκε η πολυδιάσπαση του πολιτικού τοπίου. Τα μεγάλα κόμματα συρρικνώθηκαν και τα μικρά ενισχύθηκαν. Τώρα ο κατακερματισμός επεκτάθηκε και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Το μεγάλο ενδιαφέρον για τις φετινές ευρωεκλογές επικεντρώθηκε στην άνοδο των ακροδεξιών λαϊκιστών, στην αλλαγή της δυναμικής των δύο κυρίαρχων πολιτικών ομάδων- της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς- και το αίτημα επιστροφής μέρους της λήψης αποφάσεων της ΕΕ στα κράτη-μέλη.
Ο Ματέο Σαλβίνι της ιταλικής Λέγκης προσπαθεί να σφυρηλατήσει μια συμμαχία εθνικιστικών κομμάτων, όπως ο Εθνικός Συναγερμός της Μαρίν Λεπέν, η Εναλλακτική για τη Γερμανία, το αυστριακό Κόμμα της Ελευθερίας, το Κόμμα του Δανέζικου Λαού και οι Αληθινοί Φινλανδοί. Η απόπειρα του Σαλβίνι επεκτείνει μια υπάρχουσα ομάδα δεξιών ευρωσκεπτικιστών κλέβοντας μέλη από άλλες δύο. Αν προσθέσουμε τους συντηρητικούς εθνικιστές και τις ακροαριστερές δυνάμεις, όπως και το στρατόπεδο εκείνων που επιθυμούν «λιγότερη ΕΕ», φθάνουμε σχεδόν στο 1/3 των 751 εδρών του Ευρωκοινοβουλίου.
Αυτό οδήγησε σε αναλύσεις για ένα ευρωσκεπτικιστικό παλιρροϊκό κύμα που θα σάρωνε το Ευρωκοινοβούλιο. Οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις ακόμα κατέχουν την πλειοψηφία. Η δουλειά στο Ευρωκοινοβούλιο που απέκτησε στη νομοθετική διαδικασία της ΕΕ, θα γίνει σίγουρα πιο περίπλοκη, όμως αυτό δεν οφείλεται μόνο στην ενίσχυση των λαϊκιστών.
Από τις πρώτες ευρωεκλογές το 1979 στο Κοινοβούλιο οι αποφάσεις λαμβάνονται από δύο μεγάλες ομάδες, την Κεντροδεξιά και την Κεντροαριστερά, αντικατοπτρίζοντας το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών στην ΕΕ ζει σε χώρες που κυβερνώνται από κόμματα τα οποία ανήκουν σε μία από αυτές τις δύο ομάδες.
Όμως, με τη σταθερή αποδυνάμωση των κεντρώων κομμάτων στην Ευρώπη, αυτό πλέον δεν ισχύει για το 40 % των πολιτών της ΕΕ –χώρες όπως η Ιταλία, η Γαλλία, η Πολωνία, η Ελλάδα, κυβερνώνται από κόμματα που ανήκουν σε άλλους χώρους.
Έτσι, έχε νόημα το ότι οι δυο μεγάλες ομάδες έχουν συνολικά περισσότερες από 80 έδρες και για πρώτη φορά, την ιστορική από κοινού πλειοψηφία. Το αποτέλεσμα είναι ένα Ευρωκοινοβούλιο πολυδιασπασμένο όπως ποτέ πριν. Με το στρατόπεδο των εθνικιστών και ευρωσκεπτικιστών που ζητούν «λιγότερη ΕΕ» να είναι μοιρασμένο λόγω των μεγάλων διαφορών που υπάρχουν σε ιδεολογία και πολιτική στάση.
Αυτό σημαίνει πως οι παλαιές μεγάλες πλειοψηφίες με τις οποίες εγκρίνονταν νομοσχέδιο στο παρελθόν είναι πολύ δύσκολο να σημειωθούν ξανά. Θα γίνουν πολύ πιο κοινές ad hoc συνεργασίες στις οποίες θα συμμετέχουν κόμματα από διάφορες ομάδες , γεγονός που πιθανόν να περιπλέξει τη λήψη αποφάσεων σε ευαίσθητούς τομείς όπως ο επόμενος προϋπολογισμός της ΕΕ, οι συνοριακοί έλεγχοι και τα μέτρα για την προστασία του κλίματος.
Για κάποιους η πολυδιάσπαση δεν είναι κατ’ ανάγκην κακή. «Ένα τέτοιου είδους Ευρωκοινοβούλιο ίσως κάνει τη διαδικασία λήψης αποφάσεων πιο δύσκολη» λένε η Αγκάτα Γιακουμπόφσκα και ο Λέοναρντ Σουέτ του Κέντρου Ευρωπαϊκών Μεταρρυθμίσεων. «Ίσως όμως είναι θείο δώρο για την ευρωπαϊκή δημοκρατία. Μεγαλύτερος πολιτικός ανταγωνισμός σε επίπεδο….μπορεί να αυξήσει το ενδιαφέρον των πολιτών για τις ευρωεκλογές και αυτό θα αποτελέσει μια υγιή εξέλιξη για την ΕΕ».
* Αρθρογράφος στη βρετανική The Guardian