Του Βασίλη Κοντογιαννόπουλου
Διανύουμε τα τελευταία 24ωρα της πιο υποτονικής προεκλογικής περιόδου από το 1974. Όχι γιατί είναι οι πρώτες εκλογές που διεξάγονται στην καρδιά του καλοκαιριού. Η παραζαλισμένη, από το σοκ της ήττας της 26ης Μαΐου, κυβέρνηση, προκειμένου να κερδίσει μια εβδομάδα ρουσφετολογικής κραιπάλης, δεν δίστασε να θυσιάσει μια εβδομάδα από τα «μπάνια του λαού». Ούτε γιατί το αποτέλεσμα της Κυριακής έχει προεξοφληθεί.
Αυτό που απομένει είναι να επιβεβαιωθεί το εύρος της νίκης του Κυριάκου Μητσοτάκη και η έκταση της συντριβής του Αλέξη Τσίπρα. Η αναμέτρηση έχει προσωποποιηθεί. Θυμίζω την έκρηξη αλαζονείας ενός νεόπλουτου της εξουσίας που, υποτιμώντας τον αντίπαλό του, εκστόμισε «και θες να γίνεις Πρωθυπουργός, τρομάρα σου»!
Σε καμία περίπτωση όμως οι εκλογές της προσεχούς Κυριακής δεν πρέπει να εκληφθούν ως αδιάφορες για την κοινωνία. Αντίθετα, σηματοδοτούν μια βαθύτερη κοινωνική μεταστροφή. Έπειτα από μια δεκαετία βαθιάς κρίσης, η κοινωνία εμφανίζει σημάδια ωρίμανσης. Η αντισυστημική θύελλα δείχνει να κοπάζει. Ο θυμός υποχωρεί, αφήνοντας ζωτικό χώρο στη λογική και το ρεαλισμό. Ο διχασμός και η μισαλλοδοξία, το ψέμα και η δημαγωγία, δεν βρίσκουν πρόσφορο έδαφος.
Η σοβαρότητα και η μετριοπάθεια κερδίζουν πόντους.
Πολίτες από διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες εγκαταλείπουν διαχωριστικές γραμμές και στερεότυπα του παρελθόντος. Δημιουργείται ένα πλειοψηφικό ρεύμα που αποζητά επιστροφή στην κανονικότητα:
Να λειτουργήσουν οι θεσμοί, με πρώτη τη δικαιοσύνη, σύμφωνα με τις επιταγές του Συντάγματος και όχι του κομματικού συμφέροντος.
Να ξαναβρούν οι λέξεις το νόημά τους. «Όταν οι άνθρωποι δεν μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα, αλλάζουν το όνομά τους», είχε πει ο μεγάλος Γάλλος πολιτικός Ζαν Ζορές. Να σταματήσει το ψέμα να διεκδικεί το ρόλο της αλήθειας.
Να επιστρέψουν οι αξίες που διασφαλίζουν την κοινωνική και ατομική πρόοδο: ήθος, αριστεία, αξιοκρατία, ιεραρχία, αυτοπειθαρχία, τάξη, ευπρέπεια. Αξίες που, η αριστερή μεταπολιτευτική κουλτούρα και οι κομματικές παθογένειες, εξοστράκισαν από την κοινωνική πραγματικότητα.
Πάνω απ’ όλα η πλειοψηφία των πολιτών επιδιώκει τη βελτίωση της ζωής της, με συγκεκριμένα μέτρα, σχέδια και προγράμματα. Όχι με συνθήματα, «αυταπάτες» και οράματα θερινής νυκτός. Πράγματι, «οι πολίτες αποφασίζουν για τη ζωή τους», όπως όψιμα ανακάλυψε ο Α. Τσίπρας.
Σε αυτή τη νέα κοινωνική πραγματικότητα επενδύει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Το πρόγραμμά του δεν είναι τίποτα περισσότερο, αλλά και τίποτα λιγότερο από την επιστροφή στην κανονικότητα. Την επανάσταση του αυτονόητου.
Την ισχυρή αυτοδυναμία δεν απαιτεί το προσωπικό ή κομματικό συμφέρον. Είναι το συμφέρον των πολιτών που την επιβάλλει. Γιατί δεν είναι τα σχέδια και οι ιδέες αυτά που λείπουν. Είναι η δύναμη που απαιτείται για την εφαρμογή τους. Για να καμφθούν οι αντιστάσεις των βολεμένων στις παθογένειες. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης διανύει τα τελευταία μέτρα του εκλογικού Μαραθωνίου με πραγματικό αντίπαλο την επόμενη μέρα. Τις νάρκες με τις οποίες έχει φροντίσει να ναρκοθετήσει το δρόμο του το απερχόμενο σύστημα εξουσίας. Αλλά και τις πιθανές αντιστάσεις ενός κομματικού σχηματισμού που έχει πάρει αποστάσεις από τις μεταρρυθμιστικές και ριζοσπαστικές υποθήκες του ιδρυτή του.
Η ισχυρή εντολή για την ανάταξη και ανασυγκρότηση της χώρας, καθώς και η απολύμανση του ναού της Δημοκρατίας από τους ζηλωτές του νεοναζισμού και τους πωλητές «αυθεντικών επιστολών του Ιησού», απαιτούν συμμετοχή. Αναγνωρίζω και συμμερίζομαι τις επιφυλάξεις, τον σκεπτικισμό και τις αμφιβολίες σημαντικής μερίδας πολιτών και ιδίως των νέων, που δυσπιστούν για τις προεκλογικές πολιτικές δεσμεύσεις και παραμένουν αναποφάσιστοι.
Όχι μόνο για την επιλογή τους, αλλά και τη συμμετοχή τους στην εκλογική διαδικασία. Η ιδιώτευση την εποχή της κρίσης είναι φυγομαχία. Η αποχή είναι παραίτηση από την ευθύνη και τον αγώνα κατά της παρακμής και διεκδίκησης ενός μέλλοντος που, ιδίως οι νέοι, το δικαιούνται και τους αξίζει.