Του Ben Hall
Οι Έλληνες ψήφισαν με συντριπτική πλειοψηφία στις εκλογές της Κυριακής υπέρ μιας νέας φιλοεπιχειρηματικής, κεντροδεξιάς κυβέρνησης υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη, γυρίζοντας την πλάτη τους στον Αλέξη Τσίπρα και στη ριζοσπαστική αριστερή συμμαχία του ΣΥΡΙΖΑ.
Με μια απόλυτη πλειοψηφία για το κόμμα του, τη Νέα Δημοκρατία, ο κ. Μητσοτάκης θα μπορέσει να μειώσει φόρους, να πουλήσει κρατικά περιουσιακά στοιχεία και να μειώσει τη γραφειοκρατία, με στόχο να ενισχύσει τις επενδύσεις και να δημιουργήσει κλίμα ευφορίας στην οικονομία. Η ανεργία είναι κολλημένη στο 18%. Η ανάπτυξη, χαμηλότερα του 2%, είναι μέτρια δεδομένου του πόσο έδαφος έχει χαθεί από τότε που η Ελλάδα πήρε την κάτω βόλτα το 2008.
Οι αγορές είναι ενθουσιασμένες. Η προοπτική μιας κεντροδεξιάς κυβέρνησης έχει οδηγήσει σε εκτίναξη των τιμών των μετοχών φέτος, ενώ οι αποδόσεις των ομολόγων έχουν μειωθεί σημαντικά. Το αν ο κ. Μητσοτάκης είναι προετοιμασμένος να αντιμετωπίσει τα κατεστημένα συμφέροντα, περιλαμβανομένων αυτών εντός του ίδιου του κόμματός του, να ασκήσει πραγματική ανταγωνιστική πίεση στην οικονομία και να εκσυγχρονίσει το κράτος, είναι άλλο θέμα.
Θα υπάρξει ικανοποίηση στους κύκλους της ΕΕ που η Ελλάδα επιστρέφει από το λαϊκιστικό άκρο στο πολιτικό κατεστημένο, ιδιαίτερα δεδομένου του κύματος που κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση σε άλλα σημεία της Ευρώπης. Λίγο καιρό νωρίτερα, θα υπήρχε και χαρά.
Πριν από ακριβώς τέσσερα χρόνια, ο κ. Τσίπρας οδήγησε τη χώρα του στο χείλος της εξόδου από την ευρωζώνη, σε μια μάταιη προσπάθεια να εξασφαλίσει καλύτερους όρους από τους διεθνείς πιστωτές της Ελλάδας. Επιβλήθηκαν capital controls και η επιχειρηματική εμπιστοσύνη καταστράφηκε. Η οικονομία διολίσθησε και πάλι σε βαθιά ύφεση. Ο ελληνικός λαός υπέστη μια δεκαετία τιμωρητικής λιτότητας στο πλαίσιο τριών προγραμμάτων διάσωσης. Ο κ. Τσίπρας ήταν πρωθυπουργός στο τελευταίο πρόγραμμα διάσωσης, όμως το έκανε πολύ χειρότερο, λόγω της ακροσφαλούς πολιτικής του.
Ο κ. Τσίπρας αθέτησε την υπόσχεσή του να αψηφήσει τη λιτότητα, όμως και πάλι επανεξελέγη λίγους μήνες αργότερα, μια νίκη που τον ενθάρρυνε να τηρήσει μια πιο μετριοπαθή στάση. Τήρησε τους απαιτητικούς δημοσιονομικούς στόχους για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, μέχρι να δώσει τις προεκλογικές παροχές φέτος. Πέρασε κάποιες σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Η οικονομία σταθεροποιήθηκε, η επενδυτική εμπιστοσύνη επέστρεψε και η Ελλάδα βγήκε πέρυσι από το τρίτο πρόγραμμα διάσωσής της.
Ο κ. Τσίπρας ανέκτησε την εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων εταίρων του. Σύντομα κέρδισε τον θαυμασμό τους, όταν συμφώνησε στη νέα ονομασία για τη γειτονική Βόρεια Μακεδονία -μια συμφωνία που ξεκλειδώνει τον δρόμο της βαλκανικής χώρας προς την ΕΕ και το ΝΑΤΟ και βοηθά στη σταθεροποίηση της περιοχής- παρά τη σφοδρή αντίθεση εκατομμυρίων Ελλήνων και της Νέας Δημοκρατίας. Ήταν μια πράξη πολιτικής δεινότητας από έναν άλλοτε λαϊκιστή ηγέτη. Η συμφωνία για την ονομασία μπορεί να είναι ασφαλής, όμως η στήριξη της Αθήνας προς το άνοιγμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τα Σκόπια αργότερα φέτος δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει πολλά να κάνει για να φέρει την Ελλάδα στον δρόμο της πλήρους ανάκαμψης. Οι τράπεζες εξακολουθούν να είναι φορτωμένες με μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Το δημόσιο χρέος ανερχόταν στο θεόρατο 183% του ΑΕΠ πέρυσι. Η χώρα χρειάζεται επειγόντως υψηλότερες επενδύσεις και περισσότερες μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας και προϊόντων της. Κανένας δεν ξέρει πόσο θα κοστίσουν οι μειώσεις φόρων της νέας κυβέρνησης.
Ο νέος πρωθυπουργός μπορεί να ελπίζει σε μια έγκριση της ΕΕ για λιγότερο απαιτητικούς δημοσιονομικούς στόχους, με αντάλλαγμα βαθύτερες μεταρρυθμίσεις. Ο κ. Μητσοτάκης, πρώην σύμβουλος της McKinsey, μπορεί να είναι ένας φιλελεύθερος εκσυγχρονιστής, όμως η οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση πρέπει να κερδίσει την εμπιστοσύνη της ευρωζώνης. Και οι επιδόσεις της Νέας Δημοκρατίας στα προηγούμενα προγράμματα διάσωσης ήταν οικτρές.
Ο κ. Τσίπρας δαμάστηκε όταν ήρθε στην εξουσία. Όμως τώρα που θα είναι στην αντιπολίτευση, μπορεί να απελευθερωθεί. Στις εκλογές, κάθε άλλο παρά συνετρίβη. Δεν υπάρχουν στην Ευρώπη πολλά αντιπολιτευτικά κόμματα που να έχουν κερδίσει 32%, όπως έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό θα κάνει δύσκολη τη ζωή του κ. Μητσοτάκη. Όμως δεν θα κάνει αχρείαστα δύσκολη τη ζωή και για τους Έλληνες.
*Αναδημοσίευση από euro2day.gr