του Ανδριανού Μιχάλαρου*
Το 2019 υπήρξε για τις παραγωγικές επιχειρήσεις ένα κομβικό έτος για τη διαμόρφωση μιας νέας στρατηγικής, μέσα από την οποία πρέπει να μπουν οι βάσεις για την υπέρβαση της κρίσης που ξεκίνησε πριν από μια δεκαετία. Η φετινή χρονιά όμως είναι καθοριστικότερη διότι τώρα πρέπει να γίνουν βήματα ουσιώδους ενίσχυσης του βασικού παραγωγικού ιστού της χώρας και της οικονομίας, των βιοτεχνιών.
Η σημερινή κυβέρνηση γνωρίζει πλέον, ύστερα από έξι μήνες προσεκτικής διακυβέρνησης, ότι η Ελλάδα έχει άμεση ανάγκη από τομές που θα επιτρέψουν τη σωστή λειτουργία της εθνικής οικονομίας, η οποία πρέπει να βασίζεται στη δημιουργία πλούτου μέσα από την παραγωγή σε όλους τους τομείς ώστε να καλυφθεί η ζημιά που προκάλεσαν η αποκαλούμενη «κρίση» και τα «μνημόνια». Δεν χρειάζεται πολύ μυαλό για να καταλάβει κανείς ότι η χώρα μας έφτασε στην κρίση εξαιτίας της αναστολής παραγωγικών δραστηριοτήτων, ενίσχυσης των εισαγωγών με ανώνυμα και αμφιβόλου ποιότητας προϊόντα, καλλιέργειας συνθηκών κανιβαλισμού από μεγάλες ξένες εταιρείες εις βάρος της ελληνικής παραγωγής, καθώς και από τη δημιουργία μιας κακώς εννοούμενης κρατικοδίαιτης οικονομίας «παροχής υπηρεσιών».
Στην αυγή της πρώτης χρονιάς σε μια ακόμα πιο κρίσιμη δεκαετία, με προκλήσεις που έχουν διαφανεί ήδη στο γεωπολιτικό πεδίο, το πολιτικό σύστημα της χώρας θα πρέπει να αντιληφθεί ότι η δημιουργία συνθηκών αυτάρκειας της ελληνικής κοινωνίας αποτελεί το μόνο ασφαλή μονόδρομο, ο οποίος περνά διά μέσου της ενίσχυσης όλων των παραγωγικών δραστηριοτήτων. Είτε το θέλουμε, είτε όχι, μόνο με την ανάπτυξη παραγωγικών δραστηριοτήτων (ακόμα και στο πλαίσιο της αποκαλούμενης «τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης») η εθνική οικονομία θα έχει περιθώριο ανεξαρτησίας και αντοχής, ειδικά σε ασύμμετρους κινδύνους που ελλοχεύουν.
Δεν αρκούν οι γενικόλογες αξιολογήσεις εταίρων που επέτειναν την κρίση, επενδυτών που επέτυχαν υπερκέρδη από την παράταση των μνημονίων και οίκων αξιολόγησης που πίεσαν πολιτικές εξελίξεις. Την πρόοδο της οικονομίας θα πρέπει να την κρίνουν οι Έλληνες πολίτες και ειδικά όσοι επωμίστηκαν την κρίση, κρατώντας ζωντανές τις επιχειρήσεις.
Το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Πειραιώς επισημαίνει ότι η κυβέρνηση πρέπει να προχωρήσει άμεσα στην παροχή κινήτρων και ενισχύσεων προς τις βιοτεχνίες και τους επαγγελματίες με παραγωγικές και τεχνικές δραστηριότητες.
Υπάρχει αδήριτη ανάγκη αφ’ ενός για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων και αφ’ ετέρου την αλλαγή των δημοσιονομικών στόχων. Οι στόχοι για τη μείωση της φορολογίας πρέπει να επιτευχθούν το συντομότερο δυνατόν και να συνδυαστούν με αντίμετρα επιβράβευσης όσων είναι συνεπείς ή ενίσχυσης της παραγωγής με τρόπο που θα καταστήσει την εγχώρια παραγωγή ακόμα πιο ανταγωνιστική και ελκυστική σε νέες αγορές.
Το νέο οικονομικό περιβάλλον απαιτεί αναθεώρηση της αντίληψης που υπάρχει μέχρι σήμερα για τη λειτουργία του πρωτογενούς ή του δευτερογενούς τομέα. Ποιος πιστεύει σήμερα ότι η γεωργική ή η κτηνοτροφική παραγωγή δεν πρέπει να συνδυάζεται με πρόσθετες δραστηριότητες που αφορούν στην εστίαση και στον τουρισμό.
Παράλληλα, ποιος είπε ότι σε μια κοινωνία που απειλείται από έλλειψη σοβαρών τεχνικών ειδικοτήτων και επαγγελμάτων, δεν απαιτείται άμεσος επαναπροσδιορισμός του σχολικού επαγγελματικού προσανατολισμού, μετεκπαίδευση του υφιστάμενου εκπαιδευτικού προσωπικού, εκσυγχρονισμός της ύλης αλλά δημιουργία μιας νέας γενιάς επαγγελματιών στα τεχνικά επαγγέλματα. Όσο αναγκαίοι είναι οι δικηγόροι και οι γιατροί, άλλο τόσο είναι οι μηχανικοί, οι ηλεκτρολόγοι, οι υδραυλικοί, οι τεχνικοί ψύξης και θέρμανσης.
Μέσα στο 2020 πρέπει να μπουν συγκεκριμένες κατευθύνσεις για τη στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα μας στη ναυπηγική βιομηχανία. Όλες οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με εργαλειομηχανές, CNC, κατασκευές, ρομποτικά συστήματα και αυτοματισμούς και σχετίζονται με ναυπηγικές και ναυτιλιακές δραστηριότητες θέλουν κίνητρα για να σχεδιάσουν επενδύσεις, παραγωγή και διατήρηση του ανθρώπινου δυναμικού.
Τέλος, θα ήταν άδικο να μην αναφέρουμε πόσο επίκαιρο είναι το αίτημα όλων των παραγωγικών φορέων του Πειραιά και της Δυτικής Αττικής να μπει τάξη στο συγκοινωνιακό χάος στην ευρύτερη περιοχή μεταξύ του Σκαραμαγκά και των διϋλιστηρίων Ασπροπύργου. Ο αποκαλούμενος κόμβος του Σκαραμαγκά που θα συνδέει τη λεωφόρο Σχιστού και την εθνική οδό με την Αττική Οδό πρέπει επιτέλους να ολοκληρωθεί. Ύστερα από δέκα χρόνια αδικαιολογήτου «βαλτώματος», το έργο πρέπει να τελειώσει όχι επειδή οι σήραγγες δεν είναι «τρύπες στο νερό», αλλά διότι ήρθε η ώρα να αποδείξει μια κυβέρνηση ότι παίρνει γενναίες αποφάσεις για χάρη της επιχειρηματικότητας και της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς.
*Πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Πειραιώς (ΒΕΠ)