του Thomas J. Bollyky*
Μια πανδημία θα εκθέσει τις αποτυχίες μιας κυβέρνησης που δεν επενδύει στην υγεία των πολιτών της ή [δεν] αντιμετωπίζει τους συλλογικούς κινδύνους που προκύπτουν όταν οι ευάλωτες ομάδες δεν έχουν υγειονομική προστασία. Για μια τέτοια κοινωνία, η λήψη αυτών των διδαγμάτων και η εφαρμογή τους για τη μείωση των κινδύνων μελλοντικής μόλυνσης είναι σίγουρα το καλύτερο των δύο πιθανών αποτελεσμάτων.
Ο Λοιμός φτιάχνει το Κράτος
Ο ιστορικός Mark Harrison έχει υποστηρίξει ότι ξεκινώντας με την πρώτη μεγάλη επιδημία του Μαύρου Θανάτου τον 14ο αιώνα, η ανάγκη ελέγχου των λοιμών συνέβαλε στην δημιουργία του σύγχρονου κράτους. Διαφορετικά, οι αρπακτικές ελίτ θα ήταν αναγκασμένες να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη για την ζωή και την ευημερία των πολιτών τους προκειμένου να προστατευθούν οι ίδιες και οι εργατικές δυνάμεις τους.
Τα μέτρα καραντίνας και απομόνωσης που συνέβαλαν στο σταμάτημα της βουβωνικής πανώλης αποδείχθηκαν αναποτελεσματικά κατά των έξι πανδημιών της χολέρας που σάρωσαν τις ΗΠΑ, τη Μέση Ανατολή, την Ρωσία και την Ευρώπη κατά τον 19ο αιώνα. Οι κοινωνίες αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν ξανά καθώς μια τρομακτική ασθένεια έπληξε φαινομενικά υγιείς ανθρώπους, σκοτώνοντας δεκάδες χιλιάδες στις πόλεις της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών -και πιθανότατα πολύ περισσότερους στην Ινδία, από όπου προήλθαν οι πανδημίες. Η καραντίνα δεν μπορούσε να περιορίσει τα μικρόβια που έφθασαν στα λιμάνια και στους σιδηροδρομικούς σταθμούς. Μετατράπηκε αντ’ αυτού σε ένα εργαλείο που τα έθνη εκμεταλλεύθηκαν προς όφελος των δικών τους εμπόρων και ως τιμωρία σε άλλα έθνη.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν ελάχιστη ή καθόλου υποστηριζόμενη δημόσια υγεία κατά την στιγμή της πρώτης επιδημίας της χολέρας. Η πόλη της Νέας Υόρκης ίδρυσε ένα Υγειονομικό Συμβούλιο το 1805, αλλά το σώμα στελεχώθηκε από δημοτικούς συμβούλους χωρίς σχετική εξειδίκευση ή πραγματική εξουσία. Οι περισσότερες αμερικανικές πόλεις είχαν παρομοίως ανεπαρκή δημόσια υγεία. Χιλιάδες χοίροι, κατσίκες και σκύλοι εξακολουθούσαν να περιπλανώνται στους δρόμους των πόλεων κατά το πρώτο μισό εκείνου του αιώνα, τρεφόμενα με απορρίμματα και βρωμιές σε αποσύνθεση? οι ιστορίες των χοίρων που χτυπούσαν κατοίκους της πόλης και εισέβαλλαν στα σπίτια τους εμφανίζονταν τακτικά στις αμερικανικές εφημερίδες. Στη Νέα Υόρκη, σωροί από σκουπίδια έφραζαν τις δημοτικές υδρορροές, καθώς δεν είχαν συλλεχθεί για μέρες ή εβδομάδες.
Οι φορολογούμενοι αρχικά αντιτάχθηκαν στο κόστος της παροχής καθαρού νερού και υγιεινής στη Νέα Υόρκη και σε πολλές άλλες αμερικανικές πόλεις, αλλά ο δημόσιος τρόμος για την χολέρα, τον τύφο και άλλες μολύνσεις από το νερό ξεπέρασε σύντομα τις αντιρρήσεις τους. Μετά την επιδημία χολέρας το 1866, η Νέα Υόρκη ίδρυσε το Μητροπολιτικό Συμβούλιο Υγείας, στελεχωμένο από ιατρικό προσωπικό. Το Σικάγο, το Μιλγουόκι, η Βοστώνη και άλλες μεγάλες πόλεις των ΗΠΑ, ακολούθησαν. Αυτά τα νέα συμβούλια για την δημόσια υγεία απαγόρευσαν την περιπλάνηση των χοίρων και των αιγών, ανάγκασαν τους ιδιοκτήτες ακινήτων να συνδεθούν με τα νέα συστήματα ύδρευσης, και κατασκεύασαν υπονόμους με εκπληκτικό ρυθμό.
Το 1857, καμία πόλη των ΗΠΑ δεν διέθετε σύστημα αποχέτευσης υγιεινής. Μέχρι το 1900, τέσσερις από τους πέντε κατοίκους των πόλεων εξυπηρετούνταν από ένα τέτοιο σύστημα. Ο αριθμός των δημοτικών συστημάτων ύδρευσης στις Ηνωμένες Πολιτείες αυξήθηκε από 244 το 1870 σε 9.850 το 1924. Το ποσοστό των αστικών αμερικανικών νοικοκυριών που τροφοδοτήθηκαν με φιλτραρισμένο νερό αυξήθηκε από 0,3% το 1880 σε 93% μόλις έξι δεκαετίες αργότερα. Η βελτιωμένη πρόσβαση στο φιλτραρισμένο και χλωριωμένο νερό από μόνη της αντιπροσώπευε σχεδόν το ήμισυ της πτώσης της θνησιμότητας στις πόλεις των ΗΠΑ μεταξύ του 1900 και του 1936.
Οι μεταρρυθμίσεις που ενθάρρυνε η χολέρα, επεκτάθηκαν πέραν του εγχώριου επιπέδου. Οι μολυσματικές ασθένειες ήταν το πρώτο παγκόσμιο πρόβλημα που τα έθνη-κράτη συνειδητοποίησαν ότι δεν μπορούσαν να επιλύσουν χωρίς διεθνή συνεργασία. Το 1851, τα ευρωπαϊκά κράτη συγκεντρώθηκαν για την πρώτη διεθνή Υγειονομική Διάσκεψη για να συζητήσουν την συνεργασία για να μειώσουν τα καταστροφικά υγειονομικά και οικονομικά κόστη του να αντιδρούν μόνα τους στην χολέρα, στην πανούκλα και στον κίτρινο πυρετό. Η διάσκεψη αυτή οδήγησε αργότερα στις πρώτες συνθήκες για τον έλεγχο των διεθνών μολυσματικών νόσων και -το 1902- στο Διεθνές Γραφείο Υγιεινής (International Sanitary Bureau), το οποίο αργότερα έγινε Παναμερικανικός Οργανισμός Υγείας (Pan American Health Organization). Αυτές οι διεθνείς πρωτοβουλίες ήταν τα πρώιμα μοντέλα των μεταγενέστερων διεθνών συνθηκών και οργανισμών σε άλλα διακρατικά θέματα, όπως η ρύπανση, το εμπόριο οπίου, και οι μη ασφαλείς εργασιακές πρακτικές.
Δείκτες
Οι επιδημίες καταδεικνύουν τον συλλογικό κίνδυνο που απορρέει από την αδυναμία παροχής μέτρων υγείας και ευημερίας στους πιο ευάλωτους. Όταν το HIV/AIDS έγινε πανδημία, άνθρωποι στα πιο φτωχά έθνη του κόσμου έχασαν την ζωή τους χωρίς να έχουν πρόσβαση στις σωτήριες θεραπείες που χρησιμοποιούνταν ευρέως σε πλούσιους λαούς για το HIV/AIDS και πολλές άλλες μολυσματικές καταστάσεις. Η αντιπαράθεση για αυτή την ανισότητα μετασχημάτισε την παγκόσμια υγεία, με το να ανυψώσει το ζήτημα ως προτεραιότητα εξωτερικής πολιτικής και συμβάλλοντας στην άντληση δισεκατομμυρίων δολαρίων για έρευνα, ανάπτυξη, και διανομή νέων φαρμάκων.
Η φυματίωση ευδοκιμεί στις επίμονα φτωχές κοινότητες, ιδιαίτερα μεταξύ εκείνων με παρατεταμένη έκθεση σε συνθήκες συνωστισμού. Παρόλο που η ασθένεια εξακολουθεί να είναι μια από τις κορυφαίες δολοφόνους παγκοσμίως, τα ποσοστά θνησιμότητας των ΗΠΑ από την φυματίωση μειώθηκαν καθώς οι Αρχές θέσπισαν μεταρρυθμίσεις για την δημόσια υγεία και την κοινωνική πρόνοια, όπως η υιοθέτηση νόμων για την παιδική εργασία και η επέκταση μεγαλύτερης εποπτείας σε συνωστισμένα συγκροτήματα φθηνών κατοικιών και εργοστάσια. Αλλά η ασθένεια εξακολουθεί να έχει περιστασιακές αναζωπυρώσεις. Το 1992, τα ποσοστά της ανθεκτικής σε φάρμακα φυματίωσης αυξήθηκαν στη Νέα Υόρκη μεταξύ των περιθωριοποιημένων αστέγων, και οι επιδημίες εμφανίζονται πολύ συχνά στις φυλακές που είδε ο Ντοστογιέφσκι ως δείκτες του πολιτισμού.
Ο ιστορικός Christopher Hamlin προειδοποιεί ενάντια στον «μύθο της καλής επιδημίας»: Την αντίληψη ότι νέα κρούσματα της χολέρας, της φυματίωσης και άλλων μολυσματικών πανδημιών θα μπορούσαν να έχουν ωφέλιμη επίδραση με το να κινητροδοτούν τις αναγκαίες επενδύσεις στην υγιεινή και σε άλλες κυβερνητικές μεταρρυθμίσεις. Εγώ επίσης, δεν υποκύπτω στον μύθο αυτό. Ο νέος κορωνοϊός, ο οποίος προκαλεί τη νόσο που είναι τώρα γνωστή ως COVID-19, μπορεί να μολύνει 40% έως 70% του παγκόσμιου πληθυσμού, προκαλώντας χιλιάδες ή ακόμη και εκατομμύρια θανάτους. Η ανθρωπότητα δεν θα είναι καλύτερη με το να έχει αυτή την εμπειρία.
Αλλά δεδομένου ότι οι κοινωνίες, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνίας των Ηνωμένων Πολιτειών, πρέπει τώρα να επωμιστούν το κόστος αυτής της τρομερής πανδημίας, θα μπορούσαμε επίσης να μάθουμε και να επωφεληθούμε από την εμπειρία. Μόνο οι μεγαλύτερες επενδύσεις στην δημόσια υγεία και στην βασισμένη στην πρόληψη υγειονομική περίθαλψη, η [οικονομικά] προσιτή πρόσβαση στις ιατρικές υπηρεσίες για τους πιο ευάλωτους, και η ομοσπονδιακή και διεθνής αρχιτεκτονική που απαιτείται για την πρόληψη, τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση μελλοντικών επιδημιών, μπορούν να προετοιμάσουν τον κόσμο για μελλοντικές απειλές σαν την COVID- 19.
Τα σημαντικότερα μαθήματα που πρέπει να διδαχθούμε αφορούν λιγότερο τον ίδιο τον κορωνοϊό από όσο αυτό που αποκαλύπτει ετούτος ο μικροσκοπικός οργανισμός για τα πολιτικά συστήματα που ανταποκρίνονται σε αυτόν. Η ιστορία δείχνει ότι αυτά είναι τα διδάγματα που πρέπει να προσέξουμε.
*διευθυντής του Προγράμματος Παγκόσμιας Υγείας στο Council on Foreign Relations και ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Plagues and the Paradox of Progress: Why the World Is Getting Healthier in Worrisome Ways
**first published in: www.foreignaffairs.gr