ΠΑΡΙΣΙ. Η εκπαιδευτική υστέρηση που προκάλεσε το κλείσιμο των σχολείων λόγω πανδημίας θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στην αναπτυξιακή δυναμική της παγκόσμιας οικονομίας για τον επόμενο αιώνα, σύμφωνα με μελέτη του ΟΟΣΑ. Η μελέτη επικαλείται άλλη, υπό δημοσίευση έρευνα του οργανισμού, σύμφωνα με την οποία η ετήσια υστέρηση μπορεί να φθάσει το 1,5% του ΑΕΠ κάθε κράτους, με συνολικό αντίκτυπο ίσο με το 69% του σημερινού ΑΕΠ κάθε κράτους σε βάθος εκατονταετίας.
Η έκθεση, με τίτλο «The Impact of COVID-19 on education» (Οι επιπτώσεις της COVID-19 στην εκπαίδευση), σημειώνει ότι το εκπαιδευτικό αποτέλεσμα των εξ αποστάσεως μαθημάτων στη διάρκεια της καραντίνας ωχριά μπροστά στη δουλειά που θα γινόταν αν τα σχολεία είχαν παραμείνει ανοικτά.
«Η περίοδος των εξ αποστάσεως μαθημάτων κατέστησε σαφές πόσα πλεονεκτήματα έχει η μάθηση σε στενή επαφή με δασκάλους και συμμαθητές και με πλήρη πρόσβαση σε όλες τις εκπαιδευτικές, κοινωνικές και υγειονομικές υπηρεσίες που προσφέρουν τα σχολεία. Η δημόσια συνειδητοποίηση της σημασίας των σχολείων και των εκπαιδευτικών μπορεί να χρησιμοποιηθεί με στρατηγικό τρόπο, ώστε να αυξήσει το ενδιαφέρον και την υποστήριξη προς τα σχολεία και τους εκπαιδευτικούς. Αυτό θα είναι ιδιαιτέρως σημαντικό στην τρέχουσα συγκυρία, καθώς το κόστος της πανδημίας κινδυνεύει να οδηγήσει σε μείωση των κονδυλίων για την Παιδεία», αναφέρεται.
Η έκθεση κάνει μια ανασκόπηση των δαπανών για τη δημόσια εκπαίδευση και στις τρεις βαθμίδες, υπενθυμίζοντας ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση του σχετικού καταλόγου των χωρών του ΟΟΣΑ, με δαπάνες που δεν ξεπερνούν το 7% του ΑΕΠ, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι στο 11%. Ωστόσο, το γεγονός ότι η εκπαίδευση απορροφά δημόσιους πόρους δεν πρέπει να εξετάζεται χωριστά από το γεγονός ότι ένας πληθυσμός με υψηλό μαθησιακό επίπεδο παράγει περισσότερο, αυξάνοντας τα φορολογικά έξοδα.
Ο κίνδυνος περικοπής των κονδυλίων για την Παιδεία, λόγω στενότητας των δημόσιων οικονομικών, είναι ορατός, καθώς το 2020 αναμένεται ύφεση της τάξης του 6%, σε περίπτωση που δεν υπάρξει νέος γύρος lockdown, ή μεγαλύτερη, σε περίπτωση που υπάρξει.
Στα πλεονεκτήματα του ανοίγματος των σχολείων, η έκθεση συμπεριλαμβάνει τη δυνατότητα των γονέων να επανέλθουν στην παραγωγή, σε περίπτωση που οι συνθήκες διάδοσης της πανδημίας στην εκάστοτε περιοχή το επιτρέπουν. Η πλειονότητα των χωρών έχει εφαρμόσει μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης στα σχολεία, με τη Γαλλία και τη Βρετανία να υιοθετούν ως μέγιστο επιτρεπόμενο αριθμό μαθητών ανά τάξη τους 15, από 23 και 27 αντιστοίχως. Στην Ελλάδα, οι τάξεις έχουν κατά μέσον όρο 15 μαθητές, με τις μικρές τάξεις σε μικρά σχολεία της επαρχίας να «ρίχνουν» τον μέσο όρο των πολυπληθών τάξεων σε πολλά άλλα σχολεία.
Ως προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση, η έκθεση εκτιμά ότι το 2020 θα αποτελέσει έτος-σταθμό για τη μείωση των διασυνοριακών ροών φοιτητών, με αρνητικά αποτελέσματα για τη διεθνή δικτύωση και εμπειρία των επόμενων γενεών. Ως προς τον οικονομικό αντίκτυπο της τάσης αυτής, το μεγαλύτερο πλήγμα σημειώνεται στα πανεπιστήμια των ΗΠΑ, της Βρετανίας, του Καναδά και της Αυστραλίας, τα οποία χρεώνουν υψηλότερα δίδακτρα σε φοιτητές εξωτερικού και πλέον αντιμετωπίζουν προβλήματα χρηματοδότησης.
*πρώτη δημοσίευση: www.kathimerini.gr