της Βενετίας Κούσια
Ο 70χρονος πλέον όρος «Τεχνητή Νοημοσύνη» (ΤΝ) έχει εξελιχθεί σε ένα πλαίσιο που περιλαμβάνει θεωρίες, μεθόδους και τεχνολογίες, οι οποίες μπορούν να προσομοιώσουν αλλά και να επεκτείνουν την ανθρώπινη νοημοσύνη με στόχο τη δημιουργία εφαρμογών που να αυξάνουν την ανθρώπινη εμπειρία και την ικανότητα να ανακαλύπτουμε ολοένα και περισσότερη γνώση.
Αυτός ο συνεχής αγώνας για τεχνολογική πρόοδο και παραγωγή προστιθέμενης αξίας δημιουργεί τεράστιες προκλήσεις για τις ήδη ισχύουσες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές δομές: Οι ψηφιακά αναλφάβητοι δεν μπορούν να ωφεληθούν από την ψηφιακή τεχνολογία και όσο η τεχνολογία εξελίσσεται τόσο εκείνοι απομακρύνονται από την καλύτερη ποιότητα ζωής.
Σύμφωνα με την Έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας Findex Database το 2017 υπήρχαν 1.7 Δις ενήλικοι χωρίς τραπεζικό λογαριασμό ή οποιαδήποτε πρόσβαση σε τράπεζα. Η ΤΝ θα μπορούσε κάλλιστα να συμβάλει προσφέροντας θεαματικά οφέλη. Σκοντάφτει όμως στην ανεμική ψηφιακή υποδομή και την ανεπάρκεια ψηφιακών δεξιοτήτων, που κάνει την πρόσβαση των καταναλωτών σε αυτά ακόμη δυσκολότερη.
Από την άλλη πλευρά, όλες οι χώρες και σε όλα τα επίπεδα προσπαθούν να εναρμονίσουν τις δράσεις τους ώστε να πλησιάζουν το 100% των 17 στόχων των Ηνωμενων Εθνών για αειφόρο ανάπτυξη. Η Ελλάδα βρίσκεται στην 43η θέση παγκοσμίως αλλά προτελευταία από όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες.
Για να μετασχηματιστεί η δυναμική της ΤΝ προς όφελος της αειφόρου ανάπτυξης είναι κρίσιμο η διεθνής κοινότητα να αναπτύξει τις σωστές ψηφιακές δεξιότητες, τις βασικές ικανότητες, νοοτροπίες και στάσεις απέναντι στην τεχνολογία. Για να φτάσουμε στο σημείο όπου θα επιτύχουμε να χρησιμοποιούμε υπεύθυνα την ΤΝ απέναντι στις ηθικές αξίες, τον πλανήτη και τον συνάθρωπό μας χρειάζεται σήμερα να γεφυρώσουμε το χάσμα των ψηφιακών δεξιοτήτων.
ΓΕΦΥΡΩΣΗ ΤΟΥ ΧΑΣΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ
Η συνεχής εξέλιξη και διάδοση της ΤΝ στοχεύει στην ανάπτυξη της παραγωγικότητας, την βελτίωση της αποδοτικότητας. Αυτή η συνεχής διείσδυση της ΤΝ αλλάζει και το περιβάλλον εργασίας απαιτώντας συνεχώς νέες δεξιότητες και διαμορφώνοντας συνεχώς καινούργια πλαίσια όπου θα χρησιμοποιηθούν αυτές οι δεξιότητες. Εχουν άραγε αντιληφθεί όσοι ανήκουν στο χώρο της εκπαίδευσης και της κατάρτισης τις τεκτονικές αλλαγές και τις αντίστοιχες προσαρμογές που είναι απαραίτητες; Αν εκείνοι δεν προσαρμόσουν το περιεχόμενο του εκπαιδευτικού υλικού όσο και τον τρόπο διδασκαλίας πώς θα καταφέρει να προετοιμαστεί ο ενεργός πληθυσμός;
Γιατί δεν είναι μόνον οι εργαζόμενοι που πρέπει να καταρτιστούν. Προκειμένου να αποκτήσουν τις ψηφιακές δεξιότητες για την μετάβαση προς την ψηφιακή επιχειρηματικότητα, την υιοθέτηση και υλοποίηση έργων ψηφιακού μετασχηματισμού, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, χρειάζεται συνεχής προσπάθεια ώστε οι πολίτες, δηλαδή και οι εργοδότες, και οι εκτός αγοράς εργασίας, να είναι σε θέση να χρησιμοποιούν τις ψηφιακές τεχνολογίες που δημιουργούνται καθημερινά. Αειφόρος ανάπτυξη χωρίς πολίτες με τις δεξιότητες που απαιτούνται για τη σωστή χρήση της τεχνολογίας δεν επιτυγχάνονται.
Για να γεφυρώσουμε το χάσμα που καθημερινά μεγαλώνει χρειάζεται να έχουμε απαντήσεις για τα παρακάτω ερωτήματα:
1.Ποια είναι η επίδραση της ΤΝ στην αγορά εργασίας;
2.Ποιες είναι οι νέες δεξιότητες που χρειάζεται η ψηφιακή οικονομία ως αποτέλεσμα της επέλασης της ΤΝ και τι ακριβώς περιμένουμε από το ανθρώπινο δυναμικό να γίνει διαφορετικά;
3.Ποιες δεξιότητες έγιναν παρωχημένες και ποιες απειλούνται σ’ ένα περιβάλλον όπου η τεχνητή νοημοσύνη προπορεύεται και μάλιστα με ταχείς ρυθμούς;
4.Πώς αντιμετωπίζει ο ακαδημαϊκός τομέας τις προκλήσεις που δημιουργούνται για τον ίδιο από την πρόοδο της ΤΝ;
5.Πώς απαντά και πώς πρέπει να απαντήσει η εκπαιδευτική κοινότητα (δημόσιο και ιδιωτικό) στο χάσμα των δεξιοτήτων και στις απαιτήσεις των εργοδοτών;
ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΚΥΡΙOΤΕΡΕΣ ΕΛΛΕΙΨΕΙΣ ΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝ ΤΟ ΧΑΣΜΑ ΣΤΙΣ ΨΗΦΙΑΚΕΣ ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ;
Τα στοιχεία της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU) αλλά και άλλων εξειδικευμένων οργανισμών υποδεικνύουν ότι στις αναπτυσσόμενες χώρες υπάρχουν σημαντικές διαφορές και κενά σε όλα τα επίπεδα της ιεραρχίας και της γνώσης όταν αναφερόμαστε στις ψηφιακές δεξιότητες.
Επίσης, με βάση τα ετήσια δεδομένα της Έκθεσης DESI η Ελλάδα παρόλο που συνεχίζει να εμφανίζει βελτίωση στους περισσότερους δείκτες βρίσκεται κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σχεδόν οι μισοί (51%) δεν έχουν ούτε τις ελάχιστες τις βασικές ψηφιακές δεξιότητες δηλ. δεν μπορούν να αντιγράψουν ένα αρχείο ή έναν φάκελο ή να κάνουν χρήση της εντολής «αντιγραφή και επικόλληση». Μόνο το 23% μπορούν να εγκαταστήσουν ένα νέο πρόγραμμα ή να χρησιμοποιήσουν τους βασικούς τύπους σ’ ένα υπολογιστικό φύλλο (spreadsheet). Τέλος, μόνο το 1.8% είναι εξειδικευμένοι στον κλάδο των ΤΠΕ, με 3.9% ευρωπαϊκό μέσο όρο, με τις γυναίκες να αποτελούν το 0.5% έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου στο 1.4%. Οι απόφοιτοι σχολών πληροφορικής παρουσίασαν μία πτώση και το 2020 αποτελούσαν το 2.9% έναντι του 3.2% . Αυτό που βελτιώνεται γρηγορότερα ανάμεσα στα έτη είναι το ποσοστό των ατόμων που κατέχουν τις βασικές γνώσεις προγραμματισμού με αποτέλεσμα το 2019 να έχουμε το 56% του ανθρώπινου δυναμικού της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την έρευνα της ITU οι ανισότητες στις γνώσεις των δεξιοτήτων έχουν τις ρίζες τους πριν την Τεχνολογική Επανάσταση. Η ψηφιακή εποχή τις κάνει εντονότερες. Για παράδειγμα, όσοι έχουν σχέση εξηρτημένης απασχόλησης παρουσιάζουν αυξημένες πιθανότητες να έχουν τουλάχιστον τις βασικές φηφιακές δεξιότητες σε σχέση από τους αυτό-απασχολούμενους, οι οποίοι με τη σειρά τους βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση από τους ανέργους. Επίσης, όσοι ήταν απόφοιτοι πανεπιστημίων είχαν σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες από εκείνους που είχαν αποφοιτήσει από σχολές 2βάθμιας εκπαίδευσης και τετραπλάσιες από όσους είχαν παρακολουθήσει μόνο τη βασική εκπαίδευση. Επίσης, οι κάτοικοι αγροτικών περιοχών υστερούσαν σε σχέση με τους κατοίκους των αστικών περιοχών. Οι άνδρες σε γενικές γραμμές ήταν περισσότεροι από τις γυναίκες, αλλά μόνο 5% όσον αφορά τις βασικές δεξιότητες.
Δεν αρκεί βέβαια η πρόσβαση στην εκπαίδευση που λίγο πολύ όλοι έχουν πλέον. Η ποιότητα της εκπαίδευσης που παρέχεται σχετικά με τις ψηφιακές δεξιότητες παρουσιάζει τεράστιες αποκλίσεις και δεν είναι ενσωματωμένη στον κεντρικό κορμό της διδασκαλίας και βέβαια ούτε σε όλα τα σχολεία. Για παράδειγμα, λίγα σχολεία έχουν καταφέρει να ενσωματώσουν στον βασικό κορμό μαθήματα όπως «εισαγωγή στον κώδικα» (προγραμματισμό) ή «τρόπος σκέψης για χρήση του Η/Υ». Λίγοι είναι και οι καθηγητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που μπορούν να διδάξουν αντίστοιχα αυτά τα μαθήματα.
Πέραν όμως από τις ψηφιακές δεξιότητες οι εργοδότες, σε ολόκληρο τον κόσμο, ισχυρίζονται ότι δεν μπορούν να καλύψουν με το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό τις ανοικτές θέσεις που διαθέτουν. Όσο περισσότερο η τεχνολογία επηρεάζει όλα τα επαγγέλματα, και μάλιστα ανεξάρτητα από ιεραρχική βαθμίδα, τόσο περισσότερο οι εργαζόμενοι χρειάζεται να παρακολουθήσουν προγράμματα βασικών επαγγελματικών δεξιοτήτων.
Βασικές επαγγελματικές δεξιότητες που συνεχίζουν να λείπουν είναι η προσαρμοστικότητα, η κοινωνική ευφυία, η αποτελεσματική επικοινωνία, η ικανότητα επίλυσης προβλημάτων. Οι ελλείψεις αυτές αφορούν όλον το ανθρώπινο δυναμικό και γι αυτό έννοιες όπως η δια βίου εκπαίδευση χρειάζεται να μπουν έντονα στην ζωή μας. Πρώτος σταθμός η απόκτηση ψηφιακών δεξιοτήτων, ώστε να επιταχυνθεί η ικανότητα καινοτομίας και ανοιχτής αντίληψης και να εμπεδωθεί ότι ο αναλφάβητος του 21ου αιώνα είναι εκείνος που δεν μπορεί να ξεμαθαίνει για να ξαναμαθαίνει.
Είναι ξεκάθαρο ότι υπάρχει αναντιστοιχία ανάμεσα στις δεξιότητες που χρειάζεται η αγορά και σε αυτές που παρέχονται από τους περισσότερους οργανισμούς τόσο τυπικής όσο και μη τυπικής εκπαίδευσης. Η εκπαιδευτική και ακαδημαϊκή κοινότητα δεν έχει καταφέρει να προσαρμοστεί άμεσα στις υπερβολικά γρήγορες εξελίξεις της τεχνολογίας και προσπαθεί ακόμη με παραδοσιακούς τρόπους διδασκαλίας να μεταβιβάσει τις καινούργιες απαιτήσεις. Επίσης, οι εργοδότες ισχυρίζονται ότι ο περιορισμένος αριθμός αποφοίτων (2.9%) που προέρχονται από σχολές πληροφορικής δεν έχει τις δεξιότητες που τους καθιστούν έτοιμους να πιάσουν δουλειά. Στην Ελλάδα τα προγράμματα πρακτικής άσκησης δεν είναι ευρέως διαδεδομένα και θεσμοθετημένα ούτε και υλοποιούνται σωστά στην πλειονότητά τους. Θεωρούνται εργασία και όχι εκπαίδευση. Εχουν αφεθεί στην φιλοτιμία των καθηγητών και στην ύπαρξη ή μη ευρωπαϊκών κονδυλίων. Αυτό πρέπει να αλλάξει.
Πέραν όμως από την ποσότητα και ποιότητα των αποφοίτων των σχολών πληροφορικής υπάρχουν πάρα πολλές θέσεις εργασίας που χρειάζονται ανθρώπινο δυναμικό με εξοικείωση στην τεχνολογία και άριστη πρακτική γνώση για να μπορούν να την ενσωματώσουν παραγωγικά στα καθήκοντα που θα τους ανατεθούν. Η έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων αφήνει δεκάδες χιλιάδες θέσεις ακάλυπτες αναχαιτίζοντας την παραγωγικότητα των εταιρειών και δυσχεραίνοντας την γρήγορη μεγέθυνση και ανάπτυξη των επιχειρήσεων.
Η έκφραση «doing more with less» ήρθε στη ζωή μας λογω της τεχνολογίας και απαιτεί ψηφιακές και ήπιες δεξιότητες για να αποδώσει προστιθέμενη αξία και καλά αμοιβόμενες θέσεις. Κατά το μεταβατικό στάδιο προϋποθέτει ένα καλά δομημένο πλάνο επανεκπαίδευσης.
Οι βασικές ψηφιακές δεξιότητες είναι η βάση για οποιαδήποτε εργασία. Η έρευνα στο διαδίκτυο, η διαδικτυακή επικοινωνία, η χρήση επαγγελματικών εφαρμογών και τα ψηφιακά εργαλεία χρηματοδότησης είναι απαραίτητα για όλους σε μια κοινωνία ίσων ευκαιριών.
Η επανακατάρτιση ή η περισσότερη και διαφορετική κατάρτιση είναι η προληπτική θεραπεία για προσαρμογή και παραμονή των ενηλίκων ώστε να μην προστεθούν στους ανέργους που στην Ελλάδα μετατρέπονται εύκολα σε μακροχρόνια άνεργους. Οι επαναλαμβανόμενες εργασίες που χρειάζονται ανειδίκευτους εργάτες σήμερα αποτελούν το 40% της συνολικής απασχόλησης. Αυτές (οι εργασίες) απειλούνται περισσότερο από όλες και προβλέπεται ότι μέσα στα επόμενα 10 χρόνια θα έχουν μειωθεί κατά 10 εκατοστιαίες μονάδες. Η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών που χρειάζονται μεγαλύτερη αυτοματοποίηση. Κατά συνέπεια το ανθρώπινο δυναμικό χρειάζεται επειγόντως να αποκτήσει περισσότερη κριτική σκέψη, ενσυναίσθηση, ικανότητα επικοινωνίας και συνεχούς προσαρμοστικότητας. Όσοι μείνουν εγκλωβισμένοι στις επαναλαμβανόμενες εργασίες με χαμηλές ψηφιακές δεξιότητες απειλούνται με πολύ χαμηλές αποδοχές και ανεργία. Οι υπόλοιποι θα βιώσουν αναβάθμιση της εργασιακής τους ζωής και ταυτόχρονα υψηλότερες αποδοχές.
Οι γυναίκες που εξειδικεύονται στην αγορά των ΤΠΕ και καταλαμβάνουν το 12.7% (έναντι του16.7% στην ΕΕ) θα πρέπει να ενισχυθούν με συνολικά προγράμματα εξισορρόπησης μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής όχι μόνο κατά τα πρώτα χρόνια της εισαγωγής τους στον επαγγελματικό στίβο αλλά και κατά την διάρκεια της εξέλιξης τους. Η παγκόσμια πρωτοβουλία EQUALS σχετικά με την ίση μεταχείριση των φύλων κατά την Ψηφιακή Εποχή ίσως είναι ένα καλό παράδειγμα προς μίμηση.
Η Ελληνική πρωτοβουλία Ψηφιακή Συμμαχία για την Γυναικεία Απασχόληση με 21 φορείς του ιδιωτικού και του δημοσίου τομέα υπάρχει. Μήπως είναι καιρός για επανενεργοποίηση;
ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ;
Η ενδυνάμωση των ψηφιακών δεξιοτήτων αποτελεί πλέον στόχο πολλών κυβερνήσεων και δεν είναι λίγες εκείνες που έχουν δράσεις οι οποίες συνδυάζουν την αειφόρο ανάπτυξη με τις ψηφιακές δεξιότητες. Παρόλο που σε σχέση με την Ευρώπη έχουμε ακόμη πολύ δρόμο μπροστά μας και παραμένουμε η τελευταία χώρα στο DESI, η πρόσφατη έκθεση του ΙΜD ως προς την ψηφιακή ανταγωνιστικότητα (IMD Digital Competitiveness Ranking) δείχνει μία σημαντική βελτίωση η οποία οφείλεται κυρίως από τις επενδύσεις στην τεχνολογία.
Η ενδυνάμωση των ψηφιακών δεξιοτήτων αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της εθνικής πολιτικής για τη γεφύρωση προσφοράς και ζήτησης δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας, ώστε να μειώνονται και οι κοινωνικές ανισότητες. Προς αυτήν την κατεύθυνση θα προτείναμε και τις παρακάτω δράσεις:
1.Συστηματική συλλογή δεδομένων καλύτερης ποιότητας σχετικά και με τις ψηφιακές δεξιότητες ανά τομέα. Επίσης τα δεδομένα να βασίζονται στο παρόν και όχι στο παρελθόν (real time labor market data vs hires).
2.Εξειδικευμένη στόχευση σε συγκεκριμένα τμήματα της αγοράς ανάλογα με τις ανάγκες των εργοδοτών απομακρυνόμενοι από τις γνωστές οριζόντιες προσεγγίσεις.
3.Κινητροποίηση πολυσυμμετοχικών συνεργασιών ανάμεσα σε διαφορετικούς τομείς και διαφορετικούς εταίρους, ώστε να επιτυγχάνεται μια συνεχής ανταλλαγή απόψεων αλλά και «μαθημάτων» από την υλοποίηση των δράσεων.
Για να προχωρήσουμε σε βελτιώσεις, πρέπει να υπάρχει συνεχές πλαίσιο συστηματικής παρακολούθησης και αξιολόγησης των αποτελεσμάτων των δράσεων, ώστε οι αποφάσεις να βασίζονται σε πραγματικές πληροφορίες και δεδομένα.
Η δημιουργία ενός δικτύου Κέντρων Αριστείας όπου θα παρέχεται η εκπαίδευση σε συγκεκριμένες θεματικές, όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη, τα μεγάλα δεδομένα, το ΙοΤ, η κυβερνοασφάλεια, οι ευρυζωνικές υπηρεσίες, η ψηφιακή οικονομία, η διαχείριση φάσματος, οι έξυπνες πόλεις και δήμοι καθώς και άλλες εξειδικεύσεις θα μπορούσε να προσφέρει γνώσεις και εξωστρέφεια και να έχει πολλαπλά οφέλη.
Τα επιμελητήρια και οι επαγγελματικές οργανώσεις με γνώμονα την παροχή βοήθειας προς τα μέλη τους και σε στενή συνεργασία με τους εμπλεκόμενους στην αγορά εργασίας διεθνείς φορείς και συμβούλους, τον ιδιωτικό τομέα, δημόσιους και επαγγελματικούς φορείς, αλλά και εκπαιδευτικούς οργανισμούς μπορούν να αποτελέσουν την αρχική κοιτίδα διαμόρφωσης προγραμμάτων με βάση τη γνώση των αναγκών σε δεξιότητες των μελών τους. Το Συμβούλιο της Ανταγωνιστικότητας ως αναγνωρισμένος και αντικειμενικός θεσμός στα θέματα ανταγωνιστικότητας, θα μπορούσε να είναι ο σύνδεσμος με το Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων που είναι ο κόμβος ενημέρωσης των επενδυτών.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Οι τεχνολογίες και οι εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης μετασχηματίζουν δραστικά την κοινωνία και ταυτόχρονα δημιουργούν ευκαιρίες για αειφόρο ανάπτυξη αλλά και βαθειές προκλήσεις. Η Τεχνητή Νοημοσύνη εναρμονισμένη με τον κάθε ένα από τους 17 στόχους αειφορίας των ΗΕ φέρνει μαζί της και μια μεγάλη υπόσχεση προς όλους σχετικά με τα ψηφιακά οφέλη. Αυτό όμως συνοδεύεται και από ένα ψηφιακό χάσμα.
Η ερώτηση που δημιουργείται εύλογα είναι: Υπάρχουν καινούργιοι τρόποι εργασίας προκειμένου να χαλιναγωγηθεί η δυναμική της Τεχνητής Νοημοσύνης και να μετριαστεί το χάσμα που δημιουργείται από την έλλειψη των ψηφιακών δεξιοτήτων;
Το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης τοποθέτησε ως προτεραιότητα την ανάπτυξη των ψηφιακών δεξιοτήτων των πολιτών γιατί το θεωρεί κεντρικό σημείο για τη επιτυχία στην προσπάθεια ψηφιακής μεταρρύθμισης της χώρας. Και έτσι είναι.
Πιστεύουμε ότι εξαιρετικές προτάσεις διαμορφώνονται συνέχεια. Για να αυξηθεί το ποσοστό των επιτυχημένων υλοποιήσεων θα πρέπει να έχουμε ως mantra τη δημιουργία συνεργατικών σχημάτων που αλληλοσυμπληρώνονται και βασίζονται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη και σωστή προετοιμασία τον ορθολογικό σχεδιασμό την συνεχή αξιολόγηση και τον επανασχεδιασμό. Μόνος ίσως πας γρηγορότερα αλλά μαζί πας μακρύτερα.