του Ραφαήλ Μωυσή*
Οριστική λύση στο πρόβλημα της παγκόσμιας ηλεκτροπαραγωγής αναμένεται ότι θα αποτελέσουν τελικά οι ΑΠΕ, αλλά ενόσω δεν έχουν ακόμη αναπτυχθεί οικονομικά συμφέρουσες μέθοδοι αποθήκευσης ηλεκτρισμού, χρειάζονται συμπληρωματικές πηγές. Ως τέτοιες προσφέρονται σήμερα το φυσικό αέριο και τα πυρηνικά. Το φυσικό αέριο από μόνο του δεν μπορεί να αποτελέσει τη λύση. Αν όλο το αναγκαίο συμπλήρωμα στην παραγωγή των ΑΠΕ στον κόσμο βασίζονταν σε αυτό, οι μικρότερες μεν αλλά όχι αμελητέες εκπομπές καυσαερίων θα ήταν μεγαλύτερες από όσες είναι συμβατές με την επίτευξη του στόχου περιορισμού ανόδου της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 1,5 C βαθμούς. Κάποιο ρόλο πρέπει λοιπόν να παίξουν και τα πυρηνικά.
Είναι αλήθεια ότι οι συνέπειες ενός ατυχήματος στη λειτουργία ενός αντιδραστήρα ή στη διαχείριση των πυρηνικών αποβλήτων μπορεί να είναι εξαιρετικά δυσμενείς. Όμως, οι πιθανότητες ενός ατυχήματος είναι ιστορικά πολύ μικρές και ελαχιστοποιούνται με την πρόοδο της τεχνολογίας σε βαθμό που μπορεί κανείς να ελπίζει ότι τέτοιο ατύχημα δεν θα συμβεί ξανά ποτέ.
Μπορεί οι σκεπτικιστές να διαφωνήσουν με την τελευταία αισιόδοξη τοποθέτηση, δεν μπορούν όμως να διαφωνήσουν με το γεγονός ότι η κλιματική αλλαγή δεν αποτελεί απλά μια επικίνδυνη πιθανότητα αλλά μια καταστροφική βεβαιότητα που απειλεί ολόκληρη την υφήλιο. Για την αποτροπή της λοιπόν οφείλουμε να λάβουμε όλα τα προσφερόμενα μέτρα. Κανένα μέσο δεν περισσεύει και καμία λύση δεν έχουμε την πολυτέλεια να παραλείψουμε.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν και η γνωστή για την ευαισθησία της στα θέματα του περιβάλλοντος αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις, έχουν δημόσια τοποθετηθεί υπέρ της χρησιμοποίησης της πυρηνικής ηλεκτροπαραγωγής ως «αναπόφευκτη προϋπόθεση για την αποτροπή των καταστροφικών συνεπειών της κλιματικής αλλαγής».
Υπήρξα διαχρονικά υπέρμαχος της πυρηνικής ενέργειας ως μιας αξιόπιστης πηγής ηλεκτροπαραγωγής για τον κόσμο, συμμερίζομαι την παραπάνω τοποθέτηση και χαίρομαι που στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σημαντικοί ηγέτες ανακοίνωσαν προγράμματα εγκατάστασης πυρηνικών εργοστασίων στη χώρα τους.
Σε παράδοξη αντίθεση με τα παραπάνω, δεν βλέπω την προοπτική πυρηνικής ηλεκτροπαραγωγής στη χώρα μας για δύο βασικούς λόγους: Ο πρώτος είναι ότι η συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού λαού είναι φανατικά ενάντια στα πυρηνικά εργοστάσια και θα έβρισκε τρόπους, δικαστικούς ή άλλους, για να προσθέσει χρόνο και κόστος στην κατασκευή του έργου σε βαθμό που θα έκανε την τελική τιμή της πυρηνικής κιλοβατώρας ασύμφορη. Ο δεύτερος, ότι καλώς ή Κακώς, έχουμε ήδη κάνει την επιλογή του φυσικού αερίου και έχουμε επενδύσει σε αυτήν πολύ μεγάλα ιδιωτικά και δημόσια κεφάλαια.
Θα προχωρήσουμε λοιπόν έτσι, τουλάχιστον στον ορίζοντα του παρόντος ενεργειακού σχεδιασμού. Όμως τα δεδομένα μπορεί να αλλάξουν. Η αποθήκευση ηλεκτρισμού μπορεί να μην μπορέσει ποτέ να καλύψει πλήρως την όχι συνεχή διαθεσιμότητα των ΑΠΕ και το φυσικό αέριο μπορεί να χρειαστεί να αφαιρεθεί εντελώς από το ενεργειακό σύστημα. Το ελληνικό «ταμπού» σε σχέση με τα πυρηνικά εργοστάσια, πρέπει λοιπόν να βρεθούν τρόποι για να μετριαστεί.
Θα κλείσω αναφέροντας, όχι για πρώτη φορά, τα λόγια που είχα το προνόμιο να ακούσω από τα χείλη του Κωνσταντίνου Καραμανλή: «Δεν θα είμαι τότε στη ζωή, αλλά, όταν κάποια μέρα χρειαστεί, θέλω η χώρα μου να είναι κατάλληλα προετοιμασμένη για το ενδεχόμενο ανάγκης χρήσης της πυρηνικής ενέργειας».
Μπορεί, προσθέτω, να είναι και η σύντηξη.
*επίτιμος πρόεδρος του ΙΟΒΕ