του Γιώργου Κανελλόπουλου
Η μεγάλη ζήτηση για μέταλλα λόγω των προσπαθειών παγκοσμίως για μετάβαση σε πιο καθαρές μορφές ενέργειας μπορεί να φτάσει την προσφορά σε οριακά επίπεδα και να προκαλέσει πολύ μεγάλες αυξήσεις στις τιμές, προειδοποιεί σε έκθεσή του το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Τα επόμενα χρόνια η ζήτηση για κάθε λογής μέταλλα μπορεί να φτάσει ακόμη και τους 3 δισ. τόνους και ειδικά σε κάποια από αυτά που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή μπαταριών και άλλες συναφείς τεχνολογίες, αναφέρει το ΔΝΤ σε σχετική ανάλυσή του στο μπλογκ του Ταμείου. Πρόκειται για εκτιμήσεις που έρχονται σε συνέχεια έκθεσης του ΔΝΤ τον Οκτώβριο του 2021 όπου αναφέρεται πως με βάση τα σημερινά δεδομένα της ζήτησης, οι τιμές για το λίθιο, το κοβάλτιο, το χαλκό και το νικέλιο μπορεί να υπερδιπλασιαστούν σε σύγκριση με τις μέσες τιμές του 2020. Αυτό θα συμβεί εάν επικρατήσει ολοκληρωτικά σενάριο επιδίωξης μηδενισμού των καθαρών εκπομπών ρύπων μέσα στις επόμενες δεκαετίες, όπως υπόσχονται τώρα κυβερνήσεις, πιέζοντας σημαντικά την εφοδιαστική αλυσίδα για τα μέταλλα αυτά.
Οι τιμές των τεσσάρων αυτών μετάλλων μπορεί να αυξηθούν σε ιστορικά υψηλά σε πραγματικούς όρους αλλά και να μείνουν στα υψηλά αυτά επίπεδα για περισσότερο χρόνο από ότι συνέβαινε μέχρι τώρα. Το ΔΝΤ στην έκθεσή του αναφέρει μάλιστα χαρακτηριστικά ότι με βάση το σενάριο αυτό, οι παραγωγοί μόνο αυτών των τεσσάρων μετάλλων μπορεί να φτάσουν μέσα στα επόμενα είκοσι χρόνια να έχουν κέρδη ανάλογα με αυτά του πετρελαϊκού κλάδου.
Παράδειγμα
Είναι ενδεικτικό, για παράδειγμα, ότι μια τυπική συστοιχία μπαταριών για την κίνηση ενός ηλεκτρικού οχήματος χρειάζεται περίπου 8 κιλά λιθίου, 35 κιλά νικελίου, 20 κιλά μαγγανίου και 14 κιλά κοβαλτίου. Οι σταθμοί φόρτισης από την πλευρά τους απαιτούν μεγάλες ποσότητες χαλκού για την κατασκευή τους. Η συνολική ζήτηση για ενέργεια από μπαταρίες αναμένεται να αυξηθεί από 0,16 TWh (τεραβατώρες) το 2020 σε 14 TWh το 2050, καθώς το 86% των αυτοκινήτων θα κινούνται με ηλεκτρισμό λένε οι αναλυτές του ΔΝΤ. Οι αναλυτές του Ταμείου επισημαίνουν ότι επικεντρώνονται στο σενάριο αυτό επειδή το θεωρούν ως το πιο φιλόδοξο κι αυτό με τη μεγαλύτερη πιθανότητα να περιορίσει την υπερθέρμανση του στους 1,5 βαθμούς Κελσίου. Την ίδια στιγμή για να παραχθεί πράσινη ενέργεια από ηλιακά πάνελ απαιτούνται μεγάλες ποσότητες χαλκού, πυριτίου, ασημιού και ψευδάργυρου. Οι ανεμογεννήτριες χρειάζονται επίσης μεγάλες ποσότητες από σιδηρομετάλλευμα, χαλκό και αλουμίνιο.
Το ΔΝΤ αναφέρει ότι οι τιμές των μετάλλων έχουν ήδη δει μεγάλες αυξήσεις καθώς οι οικονομίες άνοιξαν ξανά. Η τάση αυτή, επισημαίνεται, υπογραμμίζει την κρίσιμη ανάγκη να αναλυθεί τι θα μπορούσε να περιορίσει την παραγωγή και να καθυστερήσει την προσφορά. Το Ταμείο εξετάζει εάν υπάρχουν αρκετά κοιτάσματα ορυκτών και μετάλλων για την ικανοποίηση των αναγκών για την ανάπτυξη τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών άνθρακα και πώς θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν καλύτερα παράγοντες που θα μπορούσαν να περιορίσουν τις επενδύσεις εξόρυξης και τις προμήθειες μετάλλων.
ΑΠΕ
Όπως αναφέρεται, σύμφωνα με τον χάρτη ενεργειακής μετάβασης έως το 2050 του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα αυξηθεί από τα σημερινά επίπεδα περίπου 10% σε 60%, ενισχυμένο από την ηλιακή, την αιολική και την υδροηλεκτρική ενέργεια. Το μερίδιο από τα ορυκτά καύσιμα θα μειωθεί από σχεδόν 80 τοις εκατό σε περίπου 20 τοις εκατό.
Η αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων με τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα θα απαιτούσε οκταπλάσια αύξηση των επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και θα προκαλούσε έντονη αύξηση της ζήτησης για μέταλλα, αναφέρεται. Ωστόσο, η δημιουργία και εκμετάλλευση ορυχείων αποτελεί διαδικασία που διαρκεί πολύ – συχνά μια δεκαετία ή περισσότερο – και παρουσιάζει διάφορες προκλήσεις, τόσο σε εταιρικό όσο και σε κρατικό επίπεδο. Έτσι, δημιουργείται το ερώτημα κατά πόσο μπορεί να αυξηθεί η τρέχουσα παραγωγή μετάλλων και εάν τα υπάρχοντα αποθέματα μπορούν να εξασφαλίσουν την ενεργειακή αυτή μετάβαση.
Το ΔΝΤ εδώ χτυπά καμπανάκι λέγοντας ότι δεδομένης της προβλεπόμενης αύξησης της κατανάλωσης μετάλλων έως το 2050 σε ένα σενάριο επίτευξης καθαρών μέχρι τώρα εκπομπών ρύπων, οι τρέχοντες ρυθμοί παραγωγής γραφίτη, κοβαλτίου, βαναδίου και νικελίου φαίνονται ανεπαρκείς, παρουσιάζοντας κενό άνω των δύο τρίτων έναντι της ζήτησης. Τα τρέχοντα αποθέματα χαλκού, λιθίου και πλατίνας χαρακτηρίζονται επίσης ως ανεπαρκή για την ικανοποίηση μελλοντικών αναγκών, με διαφορά 30% έως 40% έναντι της ζήτησης.
*πρώτη δημοσίευση:www.ot.gr