του Γιάννη Μανιάτη*
Από τα 5,5 δισ. ευρώ που δαπανά κάθε χρόνο η Ελλάδα για κατανάλωση πετρελαίου και φυσικού αερίου και επειδή είμαστε η πιο σπάταλη ενεργειακά χώρα της ΕΕ, μπορούμε να εξοικονομήσουμε 1,5 δισ. ευρώ κάθε χρόνο (το 25%), αν λάβουμε κατάλληλα μέτρα τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, ιδιαίτερα στις κατοικίες. Η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να σπαταλά ενέργεια, όταν η φθηνότερη μορφή είναι εκείνη που δεν καταναλώνεται. Η εξοικονόμηση ενέργειας λοιπόν αποτελεί ένα από τα τρία βασικά όπλα της ανθρωπότητας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Ο τομέας των κτιρίων (κατοικίες, γραφεία, καταστήματα, λοιπά κτίρια) καταλαμβάνει περίπου το 40% της τελικής ενεργειακής κατανάλωσης και ευθύνεται για το 36% των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου.
Είναι γνωστό ότι και μόνο η εγκατάσταση «έξυπνων» μετρητών σε κατοικίες μπορεί να μειώσει κατά 15%-20% την ηλεκτρική κατανάλωση. Σε παγκόσμιο επίπεδο, τα 3 δισ. PCs και τα 30 εκατ. Servers καταναλώνουν το 2,5% του παραγόμενου ηλεκτρισμού. Η Πράσινη Πληροφορική (Green Computing or Green ICT) είναι ο όρος που περιγράφει την υιοθέτηση ολοκληρωμένης πολιτικής για τη διασφάλιση της μείωσης του «ενεργειακού και περιβαλλοντικού αποτυπώματος» επιχειρήσεων, οργανισμών κα[ι κρατών στο φυσικό περιβάλλον, μέσα από τη λειτουργία των τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνιών. Το 2025 εκτιμάται ότι τα 50 δισ. συνδεδεμένων συσκευών του Internet of Things θα καταναλώνουν το 14% της παγκόσμιας παραγωγής ηλεκτρισμού. Η «έξυπνη» εξοικονόμηση, δηλαδή η αξιοποίηση των επιτευγμάτων της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, μειώνει κατά 16,5% τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, με παγκόσμια εξοικονόμηση ενεργειακού κόστους ύψους 1,9 τρισ. ευρώ. Γενικά, η έξυπνη αποδοτικότητα εξοικονομεί 20πλάσια ενέργεια από αυτήν που καταναλώνει. Οι ευρωπαϊκοί στόχοι έχουν θέσει ως ορόσημο το κτιριακό απόθεμα να είναι μηδενικών ρύπων μέχρι το 2050 και αποκτούν τεράστια σπουδαιότητα, σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, με 8 δισ. κτίρια και διαμερίσματα, το 85% το οποίων είναι ενεργειακά αθωράκιστα και χρήζουν ριζικής ανακαίνισης. Η σπουδαιότητα της δράσης αυτής γίνεται ακόμα μεγαλύτερη αν λάβουμε υπ’όψη μας τη σημαντική προοπτική ενός τέτοιου προγράμματος, «Πράσινης Οικοδομής» στην εγχώρια βιομηχανία και στην απασχολησιμότητα. Ένα πρόγραμμα που σε βάθος δεκαετίας μπορεί να συνεισφέρει 10 δισ. ευρώ στον χειμαζόμενο κλάδο της οικοδομής. Αυτό θα αποτελούσε μια πραγματικά προοδευτική, μεταρρυθμιστική αναπτυξιακή επιλογή.
Η δική μας εμπειρία τού «Εξοικονομώ Κατ’ Οίκον Ι» (2012-2014), με την υλοποιημένη επένδυση των 500 εκατ. ευρώ, την ενεργειακή θωράκιση των 40.000 κατοικιών, τη δημιουργία των 12.000 θέσεων εργασίας και την κατά 75% προμήθεια πρώτων υλών από ελληνικές βιομηχανίες, πρόγραμμα το οποίο αξιολογήθηκε ως το δεύτερο καλύτερο της ΕΕ, μας επιτρέπει να θέσουμε εξαιρετικά φιλόδοξους στόχους. Πολύ περισσότερο, που η πρόσφατη επαναπροκήρυξη του προγράμματος (ύστερα από τεσσεράμισι χρόνια καθυστέρησης) προκάλεσε πανελλήνιο ενδιαφέρον, με αποτέλεσμα να απορροφούνται όλοι οι διαθέσιμοι πόροι των περιφερειακών προγραμμάτων, μέσα σε διάστημα δύο-τριών ωρών!
Έχω προτείνει από το 2017 την αφαίρεση από τον φόρο του 50% της δαπάνης για ενεργειακή αναβάθμιση κάθε κτιρίου, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περιβαλλοντικές δεσμεύσεις της χώρας δεν μπορούν να ικανοποιηθούν μόνο με επιδοτήσεις από τα ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία, τα οποία ασφαλώς πρέπει να αξιοποιηθούν στον μέγιστο βαθμό (ΣΕΣ, JUNCKER, JESSICA κ.ά.). Απαιτείται ισχυρό φορολογικό κίνητρο για μια οικοδομική αγορά, που είτε δεν υπάρχει είτε, όταν υπάρχει, λειτουργεί ως μαύρη οικονομία με μηδενικά δημόσια έσοδα. Μάλιστα, η μείωση του φόρου κατά το 50% της ενεργειακής δαπάνης θα χρησιμοποιείται μόνο για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων του πολίτη για τα επόμενα τρία χρόνια. Στόχος, η ενεργειακή αναβάθμιση τουλάχιστον του 10% των κτιρίων (400.000) μέχρι το 2030.
Τέλος, για τα δημόσια κτίρια είναι χαρακτηριστική η περίπτωση των 300 νοσοκομείων και Κέντρων Υγείας της χώρας, που η ετήσια ενεργειακή δαπάνη τους είναι 200 εκατ. ευρώ και τα οποία, με τις αναγκαίες παρεμβάσεις (500 εκατ. ευρώ) μπορούν να μειώνουν κάθε χρόνο τις ενεργειακές τους δαπάνες κατά 40-50 εκατ. ευρώ. Συνολικά, στα 115.000 δημόσια κτίρια, με ετήσια κατανάλωση 3,3 εκατ. τόνους ισοδύναμου πετρελαίου (Μtoe), με τα Σχέδια Δράσης Ενεργειακής Απόδοσης και Ενεργειακούς Υπευθύνους, μπορεί να υπάρξει κάθε χρόνο εξοικονόμηση δαπανών 300 εκατ. ευρώ, με αρχικό κόστος εγκατάστασης συστημάτων 500 εκατ. ευρώ.
Η εξοικονόμηση ενέργειας κατά συνέπεια συνιστά το εθνικό Green New Deal, με δράσεις ύψους 10 δισ. ευρώ, δημιουργία 100.000 θέσεων εργασίας, τη δεκαετία 2020-2030. Απαιτούνται έξυπνες και τολμηρές αποφάσεις, αν πραγματικά θέλουμε να γίνουμε πρωταγωνιστές στον πόλεμο κατά της κλιματικής αλλαγής, με αξιοποίηση της τεχνολογικής επανάστασης και προοδευτικό πρόσημο, δράσεις δημιουργίας θέσεων απασχόλησης στην κατεύθυνση διαμόρφωσης του νέου μοντέλου κυκλικής οικονομίας μηδενικού περιβαλλοντικού αποτυπώματος.
*καθηγητής, πρώην υπουργός