του Ευάγγελου Βενιζέλου*
Ας ορίσουμε συμβατικά τη Δύση ως τον χώρο που συγκροτείται από τη σύνθεση της φιλελεύθερης δημοκρατίας, της καπιταλιστικής οικονομίας με μικρότερες ή μεγαλύτερες δόσεις κοινωνικού κράτους, της διαρκούς τεχνολογικής καινοτομίας, μιας κοινής αίσθησης ασφάλειας και άρα κινδύνου από διάφορες εκδοχές της Ανατολής και του κεκτημένου της νεωτερικότητας με ό,τι ιστορικά προηγείται ή και έπεται αυτής.
Στην τελευταία παράμετρο ενσωματώνονται η ιστορική σχέση με τη χριστιανοσύνη (Christendom), το πολιτιστικό και αξιακό υπόστρωμα, οι νοοτροπίες, ο τρόπος πρόσληψης της Ιστορίας και της έννοιας της προόδου.
Η Δύση είναι εντέλει ένας τρόπος και ένα επίπεδο ζωής που κινείται σε ένα φάσμα εντός του οποίου υπάρχουν σημαντικές διάφορες, όλες όμως οι εσωτερικές διαβαθμίσεις αναγνωρίζονται μεταξύ τους ως δυτικές.
Η Δύση είναι συνεπώς μια οντότητα ιστορική, πολιτιστική, αξιακή, θεσμική, οικονομική και γεωπολιτική. Το γεωγραφικό της στίγμα την τοποθετεί στην Ευρώπη και τη Β. Αμερική, αλλά διακλαδώνεται και πέραν του ευρωαμερικανικού χώρου, ακόμη και αν δεν συγκεντρώνονται στην πληρότητά τους όλα τα συστατικά της στοιχεία.
Με βάση αυτή την τυπολογία, η Δύση βασίζεται σε ένα σύστημα κοινών παραδοχών και αυτονόητων, σε μια σχεδόν αυτοματοποιημένη αίσθηση αλληλεγγύης και σε μια κοινή αντίληψη για το διεθνές σύστημα και την οργάνωσή του μέσω των διεθνών οργανισμών και των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου στο πεδίο της πολιτικής (πρωτίστως ο ΟΗΕ και περιφερειακοί οργανισμοί όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης ή ο ΟΑΣΕ), της οικονομίας ( ΠΟΕ, ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα , ΟΑΣΑ κλπ ) και της άμυνας ( πρωτίστως το ΝΑΤΟ).
Η Δύση βασίζεται κατεξοχήν στην αίσθηση της κοινής ιστορικής μοίρας μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, χωρίς κανείς να μπορεί να παραγνωρίσει την αμερικανική πρωτοκαθεδρία και τον ρόλο των ΗΠΑ στην ευρωπαϊκή ασφάλεια. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο μετά τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά ήδη από την τελευταία φάση του Α´ Παγκοσμίου Πολέμου, το τέλος του οποίου οδηγεί υπό αμερικανική πίεση στην ίδρυση της Κοινωνίας των Εθνών, στην οποία όμως δεν μετείχαν οι ίδιες οι ΗΠΑ καθώς εισήλθαν σε μια περίπου εικοσαετή περίοδο απομονωτισμού που έληξε με την ιαπωνική επίθεση στο Περλ Χάρμπορ και την είσοδο των ΗΠΑ στον Πόλεμο.
Η Δύση καθίσταται μετά το 1945 το ένα στρατόπεδο του Ψυχρού Πολέμου σε αντίστιξη και αντιπαράταξη προς το άλλο, την Ανατολή της Σοβιετικής Ένωσης και των συμμάχων της. Από αυτή άλλωστε την περίοδο παραμένει και μετά το 1990, ως απτή στρατιωτική πραγματικότητα, η αμερικανική πυρηνική ομπρέλα που καλύπτει και την Ευρώπη ως «επιχείρημα» ανάσχεσης (containment) έναντι του ρωσικού πυρηνικού οπλοστασίου.
Αυτό το οικοδόμημα της Δύσης έχει ιστορική ηλικία που υπολογίζεται με πολλούς τρόπους, άλλοτε με αφετηρία την Αρχαία Ελληνική Πόλη και τη Ρώμη, άλλοτε με αφετηρία την χριστιανική επαγγελία ή έστω τους θρησκευτικούς πολέμους και τη Βεστφαλία, άλλοτε με αφετηρία τον Ψυχρό Πόλεμο. Πρόκειται συνεπώς για ένα παλίμψηστο που εμφανιζόταν μέχρι πριν από λίγους μήνες, μέχρι την 20η Ιανουαρίου 2025, ημέρα έναρξης της δεύτερης προεδρικής θητείας του Ντόναλντ Τραμπ, ως συμπαγές και ισχυρό, «αναπαυμένο» ή μάλλον «επαναπαυμένο» πάνω στα αυτονόητά του.
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι άρκεσαν μερικές εβδομάδες άσκησης της εξουσίας ενός ανθρώπου, που είναι θεσμικά ισχυρός αλλά όχι πανίσχυρος ως Πρόεδρος των ΗΠΑ, προκειμένου να τεθεί υπό αμφισβήτηση ή έστω υπό συζήτηση η υπόσταση της Δύσης. Μιας οντότητας με τέτοια ιστορική διάρκεια και αναγωγή, τέτοια αξιακή και πολιτιστική θεμελίωση, τέτοια γεωπολιτική θέση, τέτοια οικονομική ισχύ, τέτοιο θεσμικό κεκτημένο και τέτοια θέση στον παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων.
Τι συμβαίνει; Όλο το οικοδόμημα της Δύσης είναι τόσο εύθραυστο και ευάλωτο; Είναι παντελώς απροετοίμαστη η Δύση για το ενδεχόμενο της αμφισβήτησης των συστατικών της στοιχείων και του λόγου ύπαρξής της από τον ίδιο τον θεσμικό της ηγέτη, τον Πρόεδρο των ΗΠΑ; Η Δύση είναι κατασκευαστικά ετεροβαρής και μπορεί να καταλυθεί μονομερώς από τις ΗΠΑ αν αυτές αποφασίσουν ότι ως ιστορική, πολιτική, οικονομική , γεωπολιτική και αμυντική οντότητα προσδιορίζονται αυτοτελώς, αδιαφορώντας για τη σύνδεσή τους με την Ευρώπη ή ακόμη χειρότερα αυτοτοποθετούμενες σε αντίθεση προς την Ευρώπη;
Η αλληλουχία των ερωτημάτων πηγαίνει ακόμη πιο μακριά. Έχει τη δημοκρατική εντολή η παρούσα περιοδική αμερικανική διοίκηση να μεταβάλλει όχι απλώς στρατηγικές επιλογές αλλά ιστορικές καταστάσεις, όπως αυτή που ονομάζουμε Δύση;
Μπορούν όλα αυτά που καταγράψαμε ως συστατικά της Δύσης να αντικατασταθούν από μια «συναλλακτική» αντίληψη των διεθνών οικονομικών, πολιτικών και στρατιωτικών σχέσεων που είναι παντελώς «απροκατάληπτη» αξιακά, θεσμικά και ιστορικά και άρα αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο αφενός μεν την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, αφετέρου δε τη Ρωσική Ομοσπονδία και σε δεύτερη φάση την Κίνα; Με τον ίδιο «απροκατάληπτο» και «συναλλακτικό» τρόπο δημοκρατικά και αυταρχικά καθεστώτα; Με την ίδια ετοιμότητα απευθείας διαπραγμάτευσης και το Ιράν και την Χαμάς και σε δεύτερη φάση τη Βόρεια Κορέα;
Η αβεβαιότητα είναι προφανές ότι κυριαρχεί. Κυρίως γιατί πολλές κρίσιμες ή και ανατρεπτικές αποφάσεις εξαγγέλλονται αλλά στη συνέχεια τροποποιούνται και λίγο αργότερα αναστέλλονται ή τίθενται υπό διαπραγμάτευση.
Αυτό το βλέπουμε στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις και στη χρήση του εργαλείου των δασμών, στη διαχείριση του διακηρυγμένου άμεσου στόχου να λήξει ο πόλεμος στην Ουκρανία με δέσμη συμφωνιών αμυντικού, διεθνοπολιτικού αλλά και οικονομικού χαρακτήρα μεταξύ ΗΠΑ, Ρωσίας και Ουκρανίας, στη διαχείριση της κατάστασης στην Μ. Ανατολή με επίκεντρο το μέλλον της Γάζας.
Το βλέπουμε στο εσωτερικό πεδίο, στις σχέσεις του Προέδρου των ΗΠΑ που επικαλείται τη θεωρία της ενιαίας εκτελεστικής εξουσίας (Unitary Executive Theory) με το Κογκρέσο, το Ανώτατο Δικαστήριο, τις Πολιτείες, την Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα.
Η υπόσταση της Δύσης δοκιμάζεται συνεπώς urbi et orbi, στην Πόλη, δηλαδή στο εσωτερικό των ΗΠΑ, και στον Κόσμο για να χρησιμοποιήσω μια έκφραση που παραπέμπει στα παπικά μηνύματα και στον θάνατο του Πάπα Φραγκίσκου που κατάφερε να φέρει μέσα σε λίγες ημέρες στη Ρώμη, με όσα αυτή συμβολίζει, και τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο των ΗΠΑ.-
*πρώην αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών. Ομότιμος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή ΑΠΘ