του
Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Ώστε, έτσι απλά, οι Ιταλοί ψήφισαν τους κ.κ. Γκρίλλο και Μπερλουσκόνι γιατί ήθελαν να δώσουν ένα μάθημα στην κυρία Α.Μέρκελ… Και το ερώτημά μου είναι, όταν ανέβαζαν στη εξουσία το Εθνικό Φασιστικό Κόμμα του Μπενίτο Μουσολίνι, σε ποιον έδιναν μάθημα; Στην τότε Αυστρο-ουγγαρία, η οποία είχε ηττηθεί από τους συμμάχους στους οποίους συμμετείχε και η Ιταλία; Με βάση τα ερωτήματα αυτά, η κατάσταση στην Ιταλία είναι σοβαρή αλλά όχι για τους λόγους ακριβώς που κάποιοι μονότονα επικαλούνται.
Η Ιταλία είναι μία χώρα που αγαπώ πολύ. Αλλά και που φοβάμαι. Είναι μία χώρα που προσφέρει αμέτρητες συγκινήσεις –πνευματικές, αισθητικές, γαστρονομικές, μουσικές, κινηματογραφικές, συγγραφικές, πολιτικές, αθλητικές, πολιτιστικές. Η Ιταλία φέρει πίσω της μία κολοσσιαία ιστορία, ταυτοχρόνως δε είναι και κορυφαίο θρησκευτικό κέντρο του Χριστιανισμού. Στην αρχαία Ρώμη, αυτή την πόλη-αυτοκρατορία, διώχθηκαν οι πρώτοι Χριστιανοί και πολλοί από αυτούς έχασαν την ζωή τους στις αρένες και τα θηριοτροφεία.
Στην Ιταλία και στις πόλεις-κράτη αναπτύχθηκε ο αποκαλούμενος «μεσαιωνικός καπιταλισμός» και εκεί εκκολάφθηκαν τα πρώτα τραπεζικά ιδρύματα. Κατά τον μεγάλο ιστορικό Φερνινάνδο Μπρωντέλ, η Ιταλία είναι η μήτρα του «εμπορικού καπιταλισμού» πάνω στο οποίον στηρίχθηκε και η εξάπλωση της βιομηχανικής επαναστάσεως. Εξάλλου, από την Ιταλία ξεκίνησε και η ανάπτυξη των ανά την Ευρώπη «βιομηχανικών οικογενειοκρατιών», που απετέλεσαν και την βάση της ευρωπαϊκής βιομηχανικής αναπτύξεως.
Ωστόσο, στην Ιταλία αναπτύχθηκαν και μεγάλες πληγές της ανθρώπινης ιστορίας. Στην Σικελία έχει τις ρίζες της η Μαφία και από την δράση της προσλαμβάνει συστηματική και οργανωμένη μορφή το οικονομικό έγκλημα –το οποίο, όπως εκτιμά η Ιντερπόλ, αντιπροσωπεύει «κύκλο εργασιών» περί τα 1.200 δισεκατ. δολλάρια, οι δε διεθνείς εγκληματικές οργανώσεις (Γιακούζα, Καμόρα, κλπ) έχουν αντιγράψει το οργανωτικό πρότυπο της Μαφίας.
Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, από το 1918 και μετά, στην Ιταλία αναπτύχθηκε ο φασισμός. Και οι μέθοδοί του ήταν αυτές που ενέπνευσαν τον Χίτλερ. Των χιτλερικών ταγμάτων εφόδου (SA) είχαν προηγηθεί στην Ιταλία της δεκαετίας του 1920 οι Μελανοχίτωνες. Είχε προηγηθεί η μουσολινική λατρεία για το κράτος. Ο Μπενίτο Μουσολίνι ήταν αυτός που το 1922 είπε «όλα μέσα στο κράτος, όλα για το κράτος, τίποτε έξω από το κράτος». Η μόνη, ίσως, διαφοροποίηση του ιταλικού φασισμού από τον γερμανικό εθνικο-σοσιαλισμό ήταν η απουσία ρατσισμού και αντισημιτισμού από τις αρχές του Εθνικού Φασιστικού Κόμματος. Ένα κόμμα, εξάλλου, η οργάνωση του οποίου σε δέσμες είχε πολλά κοινά σημεία με την Μαφία της Σικελίας.
Στην αντίπερα όχθη, από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 η Ιταλία είχε και το πρώτο Κομμουνιστικό Κόμμα στην Ευρώπη το οποίο αμφισβήτησε ανοιχτά τον σοβιετικό κομμουνισμό, ανοίγοντας την πόρτα στον ευρωκομμουνισμό και τον αποκαλούμενο «ιστορικό συμβιβασμό» –που ήθελε τον κομμουνισμό να αποδέχεται την κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Επίσης, με την επιχείρηση «Καθαρά Χέρια» την δεκαετία του 1990 πραγματοποιήθηκε στην Ιταλία ριζική πολιτική ανατροπή, η οποία όμως είχε μάλλον αρνητικά αποτελέσματα στο επίπεδο της ιταλικής πολιτικής ζωής. Η εξαφάνιση της χριστιανοδημοκρατίας, του σοσιαλιστικού κόμματος και του παραδοσιακού κέντρου οδήγησε στην εμφάνιση και ενδυνάμωση του μπερλουσκονισμού, στην εδραίωση της Λίγκας του Βορρά του Ουμπέρτο Μπόσι, στην μεγέθυνση του νεοφασιστικού κόμματος του Φίνι, στην είσοδο μιας πορνοσταρ στην ιταλική Βουλή και στην καθιέρωση του ριζοσπαστικού κόμματος του Μ.Πανέλλα. την ίδια περίοδο, το ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα διασπάστηκε και ένα κομμάτι του άρχισε να συνεργάζεται με την ιταλική σοσιαλδημοκρατία, την οποία προσπάθησε να κρατήσει συμπαγή ο Ρομάνο Πρόντι, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.
Έτσι, μετά την επιχείρηση «Καθαρά Χέρια» η Ιταλία μπήκε σε μία περίοδο συνεχούς κυβερνητικής αστάθειας, με κυρίαρχο του πολιτικού παιχνιδιού τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Ο τελευταίος ανέλαβε τρεις φορές την πρωθυπουργία (1994, 2003, 2008) και τελικά παρέδωσε μιαν Ιταλία υπερχρεωμένη με 2.000 δισεκατ. ευρώ κα με αρνητική ανάπτυξη -0,4% από το 2004 έως το 2012. Παρόλα αυτά, ο ιταλικός λαός δείχνει να έχει περί πολλού τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι, το κόμμα του οποίου δεν αποκλείεται να συμμετάσχει σε κυβέρνηση συνεργασίας.
Από την άλλη πλευρά, απέχοντας σε ποσοστό πάνω από 40% στις τελευταίες εκλογές και δίνοντας 26% σε έναν αρχιλαϊκιστή κωμικό ηθοποιό, οι Ιταλοί, όπως και στο παρελθόν, ανοίγουν μια νέα σελίδα στην ευρωπαϊκή πολιτική ιστορία, η οποία κάθε άλλο παρά ευχάριστη είναι.
Η υπερψήφιση λαϊκιστών, διεφθαρμένων και έκλυτων πολιτικών δεν είναι μία απλή αντίδραση στην γερμανική πολιτική της καγκελαρίου Α.Μέρκελ. Η ερμηνεία αυτή βολεύει τα απωθημένα του ελληνικού λαού, εξυπηρετεί άψογα αυτούς που επιδιώκουν την διάλυση της ευρωζώνης, προσφέρει τροφή σε πολιτικές αμπελοφιλοσοφικές αναλύσεις, πλην όμως έχει βαθύτερα αίτια. Ανοίγει τον δρόμο σε μία επικίνδυνη μετα-δημοκρατική εποχή, όπου ο λαϊκισμός θα είναι η νέα μορφή ενός φασισμού ο οποίος δεν θα δείχνει ανοικτά το πρόσωπό του. Ο γκριλο-μπερλουσκονισμός για την μεταβιομηχανική εποχή μας είναι το τίμημα της αφροσύνης των ελίτ απέναντι στις τεχνολογικές, οικονομικές και κοινωνικές ανατροπές που οι ίδιες πραγματοποίησαν χωρίς τα απαραίτητα, πνευματικά κυρίως, δίκτυα ασφαλείας.
Έτσι, η μεγάλη πρόκληση για τις δημοκρατικές ευρωπαϊκές ελίτ είναι να συνειδητοποιήσουν το μέγεθος του κινδύνου και να σκεφθούν πώς μπορούν να τον αντιμετωπίσουν. Διαφορετικά, θα έχει ανοίξει ο ολισθηρός δρόμος για μία μετα-Ευρώπη που θα είναι η θλιβερή καρικατούρα αυτών που πριν 60 και πλέον χρόνια την οραματίζονταν ενωμένη, ακμαία, δημοκρατική και οικουμενική.